ΚΕΙΜΕΝΑ :
ΦΩΤ. ΑΡΧΕΙΟ:
Επιστροφή στο ΕΧΙΤ |
Ο πρωτότοκος γιος του Νικόλαος (1878-1922) ήταν ανάμεσα στους Έξι που εκτελέστηκαν στο Γουδί ως υπεύθυνοι της Μικρασιατικής Καταστροφής. Ο δευτερότοκος γιος του Ιωάννης (Τζον) (1880-1961), διετέλεσε αυλάρχης της Βασίλισσας Σοφίας, εκλέχτηκε επτά φορές βουλευτής, τρεις φορές υπουργός Γεωργίας, ενώ το 1935 ήταν αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κονδύλη που επανέφερε στην Ελλάδα τον Γεώργιο Β΄. Ένα χρόνο αργότερα συγκρούστηκε με τον βασιλιά λόγω της υποστήριξης που παρείχε ο τελευταίος στην "4η Αυγούστου", με αποτέλεσμα ο Μεταξάς να τον "περιορίσει" στην Κέρκυρα. Το 1946 διετέλεσε πρόεδρος της Βουλής και το 1950 πρωθυπουργός. Ο γιος του Σπύρος (1908-1988) εκλέχτηκε 13 φορές βουλευτής και διετέλεσε τέσσερις φορές υπουργός. Η οικογένεια των Θεοτόκηδων σφράγισε τα πολιτικά πράγματα της Κέρκυρας για σχεδόν ολόκληρο τον 20ο αιώνα δημιουργώντας ένα τεράστιο πελατειακό πλέγμα που εξασφάλιζε σε όλα τα μέλη της οικογένειας σίγουρη εκλογή. O κομπασμός του Σπυρέτου, "εγώ δεν χρειάζεται να πάω στην Κέρκυρα, και τα παπούτσια μου να στείλω, θα με ψηφίσουν...", αυτό ακριβώς υποδήλωνε.
Ο Μ. ως ποιητής έδωσε νέα πνοή στο σονέτο. Υμνητής μοναδικός του κερκυραϊκού τοπίου, αγωνίστηκε παράλληλα με κάθε τρόπο ακόμη και για ζητήματα της τοπικής καθημερινότητας. Μετά το θάνατό του αγνοήθηκε, τόσο από την ιδιαίτερή του πατρίδα όσο και από τους ιστορικούς της λογοτεχνίας. Παρεξηγημένο και με όρους σημερινούς το παράδειγμά του και το έργο του προσπάθησαν να το καπηλευθούν εθνικιστικοί κύκλοι. Ογδονταεπτά χρόνια μετά το θάνατό του ο μελαγχολικός και υψιπετής Μ. αναζητά την θέση που του αξίζει στον πνευματικό χώρο της Ελλάδας.
Ο Α. παρέμεινε πάντα πιστός στην ιδέα της επιστήμης και της ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας, διέδωσε ως δάσκαλος το πνεύμα της έρευνας και θεωρείται από τους βασικούς θεμελιωτές της δημοσιονομικής επιστήμης στην Ελλάδα.
Η Δ. γοήτευσε τον Λ. Μαβίλη αλλά και τον Κ. Θεοτόκη. Με τον δεύτερο αναπτύχθηκε μια εξαιρετικά έντονη σχέση, ένα ανομολόγητο πάθος που τους ακολούθησε έως το θάνατό τους. Παρά την αντίθεση της οικογένειάς της, σε ηλικία 21 ετών παντρεύτηκε τον πολιτικό Ανδρέα Δενδρινό (+1946), τον “τιμημένο πρωτοπόρο της αγροτικής απελευθέρωσης και της Λαϊκής Δημοκρατίας” όπως τον αποκάλεσαν. Η παρουσία της Δ. στην επαρχιακή συντηρητική Κέρκυρα της εποχής της ήταν σημείο αναφοράς για πολλές δεκαετίες, τόσο για τους αγώνες της για το γυναικείο κίνημα όσο και για την προβολή του έργου των ανθρώπων που αποτέλεσαν την "κερκυραϊκή σχολή".
Ο Τζούλιο σπούδασε στο Σχολείο των Τεχνών του Πολυτεχνείου. Γνώριζε ιταλικά, γαλλικά και σανσκριτικά. Η κύρια όμως μέριμνα του, το ανεξάντλητο πάθος ως το τέλος της ζωής του, υπήρξε το ελληνικό θέατρο σκιών. Θεωρείται ότι ήταν ο πρώτος μελετητής που ασχολήθηκε συστηματικά και σοβαρά με τον παραμελημένο Καραγκιόζη. Σημαντική θέση στο έργο του επίσης κατέχει η ενασχόλησή του με την εβραϊκή παράδοση. Ο homeperdu (όπως περιπαικτικά τον φώναζαν οι φίλοι του) ζωγράφιζε έως το τέλος της ζωής του, χωρίς ποτέ ωστόσο να κατορθώσει να εκθέσει. Συχνά μάλιστα ξεπλήρωνε (σαν άλλος Θεόφιλος) τα λιτά γεύματά του στα ταβερνάκια της Πλάκας ή του Πειραιά με σχέδιά του. Όπως σημειώνει και ο συγγραφέας Μισέλ Φάις, ο οποίος διέσωσε το σύνολο του έργου του, "ο Καΐμη αποσιωπήθηκε διότι ο στοχασμός του δεν εξυπηρετούσε κανενός τις πολιτισμικές σκοπιμότητες". Ο Κ. πέθανε στις 31 Ιανουαρίου του 1982, έχοντας στην τσέπη την έγκριση για συνταξιοδότηση του από το υπουργείο Πολιτισμού. Το 1996 παρουσιάστηκε στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης μεγάλη αναδρομική έκθεση έργων του.
Η καριέρα του σε διεθνείς οργανισμούς δεν τον εμπόδισε να επιδοθεί στη λογοτεχνία: στη δεκαετία του ΄30 δημοσίευσε δύο μυθιστορήματα: Σολάλ και Καρφοχάφτης (βλ. ελλ. μτφρ. Οντέτ Βαρών: Χατζηνικολή, 1992, Ηριδανός, 1994 αντίστοιχα). Σ΄ αυτά διαπραγματεύεται ζητήματα εβραϊκής ταυτότητας: το δίλημμα αφομοίωση ή όχι στη Δύση, σε αντιπαράθεση με την παραδοσιακή εβραϊκή ζωή στην Κέρκυρα. Οι χαρακτηριστικοί τύποι Κερκυραίων εβραίων, οι πέντε Γενναίοι του, έκαναν τον γύρο του κόσμου μέσα από τις μεταφράσεις του έργου του. Η καταξίωση ήρθε το 1968, όταν η Γαλλική Ακαδημία τον βράβευσε για το μυθιστόρημά του Η ωραία του κυρίου (μτφρ. Ι. Χατζηνικολή, Χατζηνικολή 1990).
Ακολούθησε πιστά σε όλη του τη δημιουργική περίοδο την τεχνική της χαρακτικής, που στη χώρα μας απέκτησε την δική της καλλιτεχνική αυτονομία από τους κερκυραίους, Μ. Ζαβιτζιάνο και Λυκούργο Κογεβίνα (1887-1940). Όπως σημειώνει ο μελετητής του έργου του ’λκης Χαραλαμπίδης, ο Β. "είναι ο μοναδικός ίσως καλλιτέχνης που έχει υπηρετήσει με επιμονή και συνέπεια για μισό περίπου αιώνα αποκλειστικά την χαρακτική. Στην πραγμάτωση των θεμάτων του, που είναι στενά δεμένα με το χαρακτήρα του κερκυραϊκού χώρου, δανείζεται στοιχεία από το ρεαλισμό, τον εξπρεσιονισμό και την αφαίρεση, χωρίς ποτέ να αλλοτριώνει το προσωπικό του μορφοπλαστικό ιδίωμα". Οι ανοιχτοί ορίζοντες της κερκυραϊκής υπαίθρου, τα στενά καντούνια της πόλης, τα καρνάγια και τα πλοία, οι λιτανείες και οι αστερισμοί είναι μόνιμα θέματα που τον απασχολούν από τις αρχές της δεκαετίας του ΄30. Ζώντας όλα του τα χρόνια στο πατρικό σπίτι της οδού Καποδιστρίου, δεν επιζήτησε τιμές και διακρίσεις. Είχε την οικονομική ευχέρεια ώστε να μην τρέξει δεξιά - αριστερά για να παρουσιάσει ή για να πουλήσει τα έργα του. Ίσως γι΄ αυτό η πρώτη του ατομική έκθεση έγινε μόλις το 1963. Το έργο του Β. σύμφωνα με το Νίκο Γρηγοράκη "αποτελεί μια από τις σημαντικότερες προσπάθειες στην ευρωπαϊκή χαρακτική και τον θεωρώ ως τον μεγαλύτερο Έλληνα χαράκτη του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα. Είναι αναμφισβήτητα ο Μετρ της νεοελληνικής χαρακτικής". Πέθανε πλήρης ημερών την 1η Απριλίου 1990.
Κατά την κατάρρευση του Μικρασιατικού Μετώπου καταδικάστηκε σε θάνατο από το Στρατοδικείο Αδριανουπόλεως ως υποκινητής του κινήματος των στρατιωτικών. Στις εκλογές του 1926 ήταν υποψήφιος του Ενιαίου Μετώπου Εργατών Αγροτών και Προσφύγων. Έως εκείνη τη χρονιά υπέγραφε με το πραγματικό του ονοματεπώνυμο και μετά με τα ψευδώνυμα, Aγις Στίνας, Δηρός, Κορφιάτης και Φιλίππου. Αγωνίστηκε μέσα από το ΚΚΕ ως τα τέλη του 1931. Μετά πέρασε στον Τροτσκισμό, παραμένοντας τυπικά στις γραμμές του έως το 1947. Στα τέλη του ΄33 ξαναγύρισε στο χωριό του, τον Σπαρτίλλα, όπου εξελέγη πρόεδρος της κοινότητας. Εφάρμοσε άμεση δημοκρατία, επέβαλε το 8ωρο, φορολόγησε τους μεγαλογαιοκτήμονες, δημιουργώντας ένα βραχύβιο καθεστώς ιδιότυπης αυτονομίας. Δημοσίευσε πλήθος πρωτότυπων και μεταφρασμένων κειμένων. Σύμφωνα με τον Κ. Καστοριάδη ήταν "ο πνευματικός του πατέρας" και για παλιούς του συντρόφους "ο φάρος που φώτιζε και κυβερνούσε το καράβι της επανάστασης...". Στην Αθήνα ζούσε σε ένα μικρό υπόγειο στο Παγκράτι. Ο ασκητικός του βίος και η επαναστατική του ορμή υπήρξαν ένα ζωντανό παράδειγμα για τους συντρόφους και φίλους του. Πέθανε στις 6 Νοεμβρίου 1987 στον Ευαγγελισμό. Τον έθαψαν στο κοιμητήριο του Αγίου Αρσενίου στον Σπαρτίλλα. Τον επικήδειο εκφώνησε η Τασία Χριστοδουλοπούλου. Οι σύντροφοί του παλιοί και νέοι, τον αποχαιρέτησαν με τέσσερις τουφεκιές.
Ο Τζέραλντ (1925-1995) όταν ήρθε στην Κέρκυρα ήταν μόλις 10 χρόνων. Ο χώρος και οι άνθρωποι όχι μόνο έπαιξαν καταλυτικό ρόλο αλλά τον σφράγισαν για ολόκληρη τη ζωή του. Στο κλασσικό πια βιβλίο του Η οικογένειά μου και άλλα ζώα (1962) εξομολογείται με έναν υπέροχα ποιητικό τρόπο την αγάπη του για την Κέρκυρα. Αυτές τις μνήμες θα τις περάσει σε όλα σχεδόν τα άλλα του βιβλία. Δεκαετίες αργότερα, επιστρέφοντας στο αγαπημένο του νησί, θα το δει τραυματισμένο από την τουριστική αξιοποίησή του. Νιώθοντας ότι έχει και αυτός ένα μεγάλο μερίδιο ευθύνης, λόγω της μεγάλης επιτυχίας του βιβλίου του, θα πέσει σε κατάθλιψη που έως το τέλος της ζωής του δεν θα ξεπεράσει. Οι αδελφοί Ντάρελ αν και έζησαν σε διάφορα ελληνικά νησιά και μεσογειακούς τόπους και έγιναν διάσημοι με άλλα τους βιβλία, ποτέ δεν ξέχασαν την ανεμελιά, την τρυφερότητα και την αθωότητα της Κέρκυρας και των ανθρώπων της του Μεσοπολέμου. Η Κέρκυρα των Ντάρελ, έτσι όπως την είδαν οι ίδιοι αλλά και τα εκατομμύρια των αναγνωστών τους, είναι η νεότερη ποιητική Αρκαδία, η έσχατη Υπερβόρεια των ονείρων μας, “ο τόπος που ανακαλύπτουμε τον εαυτό μας”.
κάθετο πιεστήριο για να τυπώνει τραπουλόχαρτα. Έντεκα χρόνια αργότερα και ύστερα από σχετικό νόμο της κυβέρνησης Τρικούπη καθιερώνεται και για τα τραπουλόχαρτα το κρατικό μονοπώλιο. Ο Α. συμβάλεται με το δημόσιο και δύο χρόνια αργότερα λόγω της καλής του συνεργασίας αναλαμβάνει και την επεξεργασία των τσιγαρόχαρτων. Με την αυγή του νέου αιώνα, ο γιος του, Κωνσταντίνος, με τη βοήθεια του αδελφού του Νικόλαου (+1950), αναλαμβάνει την επιχείρηση. Κατορθώνει μάλιστα να μεταμορφώσει τη μικρή βιοτεχνία των 40 υπαλλήλων σε μια από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες της χώρας με προσωπικό που ξεπερνούσε τα 800 άτομα. Η αγορά το 1911 του πρώτου περιστροφικού πιεστηρίου offset και η ανάπτυξη του τμήματος χαλκογραφίας δημιουργούν έναν εκδοτικό κολοσσό που αναλαμβάνει παραγγελίες του δημοσίου αλλά και ξένων χωρών (Αλβανία, Σερβία) για εκτύπωση εισιτηρίων, γραμματοσήμων, ομολόγων, λαχείων κ.ά. καθώς και αφισών, ημερολογίων, ταχυδρομικών καρτών, βιβλίων. Το 1928 η εταιρεία συγχωνεύθηκε με την ανταγωνίστριά της Εταιρεία Λιθογραφική Κυτιοποιητική Αθηνών. Λίγο πριν τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο η επιχείρηση δημιουργεί νέο εργοστάσιο στην Αθήνα με σύγχρονο εξοπλισμό. Έτσι η ολοκληρωτική καταστροφή των εγκαταστάσεών της στην Κέρκυρα από την ιταλική αεροπορία δεν σήμανε και το τέλος της. Ο Κ. Α. με σπουδές στο εξωτερικό, πολυταξιδεμένος και έχοντας άμεση γνώση των κοινωνικών αλλαγών που συντελούνταν στην Ευρώπη, είδε από πολύ νωρίς ότι το οικονομικό μέλλον της Κέρκυρας θα έπρεπε να συνδεθεί με τον τουρισμό. Έτσι δημιούργησε το πρώτο Γραφείο Τουρισμού που δυστυχώς δεν είχε τη συνέχεια που θα έπρεπε.
Ο Α. ως Πατριάρχης προώθησε την ιδέα του “Διαλόγου της Αγάπης” με την Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, οργάνωσε το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών προσεγγίζοντας τους προτεστάντες καθώς και τις πανορθόδοξες διασκέψεις. Κορυφαίο γεγονός της θητείας του στον πατριαρχικό θρόνο ήταν η συνάντησή του μετά από δέκα αιώνες με τον Πάπα της Ρώμης. Πέθανε το 1971. Ο κατά κόσμο Αλέξανδρος Καββάδας γεννήθηκε στον Ανεμόμυλο στις 16 Ιανουαρίου 1884. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1909 ανακηρύχτηκε δάσκαλος της Θεολογίας με βαθμό "Aριστα". Στη συνέχεια υπηρέτησε ως διάκονος, αλλά και ως υποδιευθυντής της Ριζαρείου Σχολής. Το 1919 εισήχθη ως υπότροφος στην Οξφόρδη και το 1922 τοποθετήθηκε εφημέριος σε εκκλησίες των ΗΠΑ. Ως Πρωτοσύγκελος συνεργάστηκε με τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Αθηναγόρα. Με την προαγωγή του Αθηναγόρα στον πατριαρχικό θρόνο ως υπαρχηγός του ήταν ο φυσικός διάδοχός του. Οι ίντριγκες όμως απομάκρυναν μια τέτοια προοπτική. Τοποθετήθηκε Μητροπολίτης Φιλαδελφείας με έδρα τη Βιέννη και στη συνέχεια Αρχιεπίσκοπος Θυατείρων με έδρα το Λονδίνο. Εργατικός και λιτοδίαιτος εκτός από το μεγάλο ποιμαντικό έργο του έγραψε και οκτώ βιβλία. Πέθανε στις 15 Οκτωβρίου 1962 στο νοσοκομείο Saint John΄s του Λονδίνου και ετάφη στο νεκροταφείο της Αγίας Σοφίας στο Hendon. Το σύνολο των υπαρχόντων του το προσέφερε στην Κέρκυρα, ενώ με δωρεά του χτίστηκε και το 4ο Δημοτικό σχολείο (Αθηναγόρειο).
|