ΚΑΙ ΑΠ ΤΗΝ ΠΑΡΓΑ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ

180 χρόνια από το χρονικό μιας ακόμη αγγλικής  αθλιότητας


Κείμενο: Π. Περιστέρης, Γιώργος Ζούμπος
Φωτογραφικό Αρχείο:  ΕΧΙΤ, Γιάννης Πετσάλης

Εκατόν ογδόντα χρόνια συμπληρώνονται αυτό το μήνα από την ημέρα (10 Μαΐου 1819) που οι ’γγλοι "προστάτες" της Κέρκυρας παραχώρησαν την Πάργα, μια πόλη ελληνική που με μεγάλες θυσίες κατάφερε να μείνει έξω από τα δόντια των Οθωμανών, στον θηριώδη δυνάστη της Ηπείρου, Αλή Πασά. Οι ’γγλοι για να διαφυλάξουν τα εμπορικά τους συμφέροντα στην Ανατολή, οδήγησαν στην προσφυγιά όλους τους κατοίκους μιας πόλης που για εκατοντάδες χρόνια έστεκε ως φάρος ελευθερίας εν τω μέσω οθωμανικής βαρβαρότητας. Η πολυκύμαντη ανά τους αιώνες ιστορία της Πάργας είναι σχεδόν ταυτισμένη με τις τύχες της Κέρκυρας αλλά και των υπολοίπων νησιών του Ιονίου. Η σημαντική της γεωπολιτική θέση απέκτησε ιδιαίτερη σημασία στα τέλη του 18ου αιώνα με αποτέλεσμα οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής να την χρησιμοποιούν αναλόγως των περιστάσεων.
Στο αφιέρωμα που ακολουθεί εκτός από το χρονικό του "ξεπουλήματος" όπως δικαίως το ονόμασε ο λαός, γίνεται μια σύντομη παρουσίαση της ιστορίας της πόλης καθώς και τα της εγκατάστασης των προσφύγων σε Κέρκυρα και Παξούς.

Επί σειρά αιώνων η μοίρα της Πάργας ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την Επτάνησο και ειδικότερα την Κέρκυρα. Η πόλη γνωστή ήδη από τον 14ο αιώνα έρχεται σε πρώτη επαφή με την Κέρκυρα ζητώντας από τους Νορμανδούς που κατείχαν το νησί, να συμμαχήσουν μαζί της ούτως ώστε να αντισταθεί αποτελεσματικά στις επιδρομές των αλβανικών φυλών  της περιοχής. Οι Νορμανδοί αποδεχόμενοι το αίτημα των Παργινών και ως επικυρίαρχοι, κατασκεύασαν το πρώτο φρούριο της πόλης. Σταδιακά και ενώ οι Νορμανδοί αποδυναμώνονται, εγκαταλείποντας τις κτήσεις τους στην Ηπειρωτική Ελλάδα, η Π. δέχεται επιθέσεις από τους Αλβανοσέρβους της Μαζαρακιάς. Ο αρχηγός τους Μπογκόης καταλαμβάνει την Π. για έξι χρόνια. Φεύγοντας,  η πόλη για μια ακόμη φορά θα γίνει έρμαιο στους διάφορους επιδρομείς. Ύστερα από αλλεπάλληλες επαφές και αποστολές αντιπροσωπειών στην βενετοκρατούμενη Κέρκυρα, πετυχαίνουν την σύναψη συνθήκης με τους Βενετούς που υπογράφτηκε στις 21 Μαρτίου 1401 από τον Βάϊλο της Κέρκυρας Αζαρίνο. Η συνθήκη προέβλεπε την αυτονομία της πόλης και την ασφάλειά της με το χτίσιμο φρουρίου, την αφορολόγητη καλλιέργεια των Αντιπάξων και ορισμένων χέρσων περιοχών της Κέρκυρας καθώς και το ελεύθερο εμπόριο των Παργινών με χαμηλό δασμό στα λιμάνια της Βενετίας. Τα προνόμια αυτά ανανεώθηκαν και το 1447 από το δόγη Φραγκίσκο Φοσκαρίνι.
Αυτη η ειρηνική περίοδος εκπνέει το 1452 όταν ο Χατζή - μπέης καταλαμβάνει όλες τις βενετικές κτίσεις της  Ήπειρου (Βουθρωτό, Βόνιτσα, Πρέβεζα, Πάργα). Δύο χρόνια αργότερα οι Βενετοί με την βοήθεια Κερκυραίων ανακαταλαμβάνουν την Π. και για να τιμήσουν την συμβολή τους, παραχωρούν σε ευγενείς Κερκυραίους την διοίκησή της. Ο εκάστοτε διοικητής εκλεγόταν μεταξύ των ευγενών για περίοδο τριών ετών, που από το 1511, λόγω καταχρήσεων, συρρικνώθηκε σε ένα μόνο έτος.
Το 1475 πάλι 2.000 περίπου Κερκυραίοι ενδυνάμωσαν αποφασιστικά την άμυνα της Π. που δεχόταν επίθεση του Οθωμανικού στρατού. Το 1537 ο Ναύαρχος Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα επιστρέφοντας από την ανεπιτυχή πολιορκία της Κέρκυρας καταλαμβάνει την πόλη και ισοπεδώνει το φρούριο.
Το 1567 οι Ενετοί κατασκευάζουν  νέο φρούριο και θέτουν διοικητή τον Κερκυραίο Δημήτρη Μόσχο. Γρήγορα όμως ξεσπά ο τουρκοβενετικός πόλεμος και η Π. μπαίνει για μια ακόμη φορά στο μάτι του κυκλώνα. Την προστασία της πόλης αναλαμβάνει ο κερκυραίος ευγενής (αλλά και κουρσάρος) Πέτρος Λάντζας ο οποίος συνέβαλε αποφασιστικά στην άμυνα της πόλης.
Η πόλη και το φρούριο ισοπεδώνονται ξανά το 1571 από τον Οθωμανικό στόλο. Την ίδια χρονιά όμως και ύστερα από την ναυμαχία της Ναυπάκτου η Π. ξαναχτίζεται. Οι Βενετοί  για να την προστατέψουν από την αρπακτικότητα των Αλβανοτσάμηδων, επιτίθενται μαζί με Κερκυραίους και Παργινούς, εναντίον του φρουρίου του Μαργαριτίου το οποίο και καταστρέφουν.
Όλη αυτή την περίοδο η Π. εκτός από μεγάλο εμπορικό κέντρο ήταν και η μοναδική ελεύθερη χριστιανική πόλη της Ηπείρου που λειτούργησε και ως καταφύγιο των διαφόρων Σουλιωτών πολεμάρχων που κυνηγούσαν οι πασάδες της περιοχής. Από τότε έως και την διάλυση της Βενετίας (1797) η Π. αναπτύχθηκε οικονομικά αλλά και πληθυσμιακά, ξεπερνώντας τους 5.000 κατοίκους και αυτό παρά το γεγονός ότι η εξασθενημένη Βενετία μη μπορώντας να συντηρεί την άμυνα της πόλης πίεζε τους κατοίκους να μεταναστεύσουν στην Κέρκυρα και τους Παξούς.

Το 1797, με τη συνθήκη του Campo Formio μεταξύ Γαλλίας - Αυστρίας, η Πάργα πέρασε στους Δημοκρατικούς Γάλλους οι οποίοι ανανέωσαν τα προνόμια της ενετικής περιόδου ενώ συγχρόνως απέρριψαν πρόταση του Αλή πασά για την παραχώρηση της πόλης.
Με την αποχώρηση των Γάλλων οι Παργινοί προκειμένου να γλυτώσουν από τις αρπακτικές διαθέσεις του Αλή πασά ζητούν και πετυχαίνουν από τον Ναύαρχο Ushakov την προσάρτηση της πόλης τους στην ημιαυτόνομη Επτάνησο Πολιτεία. Κατά την δημιουργία του πρώτου συντάγματος της Επτανήσου Πολιτείας, ο Ουσακώφ προσπάθησε να συμπεριληφθούν σε αυτήν και οι τέσσερις πόλεις της Ηπείρου. Στη συνθήκη της Κων/πολης όμως ο εκπρόσωπος του Τσάρου Παύλου, κόμης Τομαράς, δέχθηκε την παραχώρηση των πόλεων αυτών στην Τουρκία. Με την συνθήκη του Tilsit (25 Ιούνη 1807)  οι Ρώσοι αποσύρονται από τα Επτάνησα και την θέση τους παίρνουν οι Γάλλοι Αυτοκρατορικοί. Ο Αλή πασάς όμως δεν εγκαταλείπει τα όνειρά του για την Π. και στέλνει πράκτορές του στην Κέρκυρα για να διαπραγματευθούν με τον στρατηγό Βερθιέ ο οποίος παραδόξως τους δίνει ελπίδες. Σύμφωνα με τον Γ. Μαυρογιάννη:

"... Ο Ναπολέων οργίσθει κατά του στρατηγού Βερθιέ, του τολμήσαντος να υποβάλη τοιαύτην αυτόχρημα μωράν, ως έγραφε, πρότασιν (...) ΄Οι στρατηγοί μου΄, έγραφε, ΄δεν πρέπει να παραδίδωσιν ουδέν εις ουδένα΄ (...) Προσέτι άλλως κατανοών την τέχνην του πολέμου ο Ναπολέων, δεν εδύνατο να περιπέση εις το σφάλμα εις ο περιέπεσεν άλλοτε ο Σαβώ, εγκατασπείρας τας δυνάμεις του εις απάσας τας νήσους, όπως δήθεν προστατεύση απάσας, ως εκ του οποίου ηναγκάσθη επί τέλους να εγκαταλείψη τας νήσους εκείνας και τας φρουράς αυτών έρμαιον του εχθρικού συμμαχικού στόλου. Ούτος φρονών ότι η Κέρκυρα ήτο το σπουδαιότερον στρατηγικόν σημείον, ότι μετ΄ αυτήν ήτο η Λευκάς ως συνεχιζόμενη σχεδόν μετά της απέναντι ηπείρου, και η Πάργα καθό ισχυρά πόλις κειμένη επί της στερεάς, διέταξε να συγκεντρωθώσιν άπασαι αι δυνάμεις εν Κερκύρα, Λευκάδι και Πάργα, διότι και τα τρία εκείνα σημεία εθεώρει αναγκαία εις τους σκοπούς του.".

Την ίδια στιγμή ο ’γγλος αξιωματούχος George Canning σε επιστολή του προς τον επίσημο απεσταλμένο της Μ. Βρετανίας στον Αλή, W. L. Leake, τον πληροφορεί ότι:

"... Εις περίπτωσιν, καθ΄ ην ο Αλή Πασάς απεφάσιζε να αρχίση εχθροπραξίας κατά των Γάλλων, ο Διοικητής του Αγγλικού Στόλου της Μεσογείου έχει διαταχθεί να χρησιμοποιήσει τα πλοία του με σκοπόν ει δυνατόν, την καταστροφήν της Γαλλικής φρουράς της Πάργας...".

Γνωρίζει όμως πολύ καλά ο Βρετανός Διοικητής της Μεσογείου, Λόρδος Collingwood ότι:

"εκ των μεγαλυτέρων εμποδίων είναι αι διαθέσεις των κατοίκων της (Πάργας), οι οποίοι ως χριστιανοί έχουν επιδείξει πάντοτε απέχθειαν προς την τουρκικήν διοίκησιν".

Παρόλα αυτά οι ’γγλοι δεν έχουν  κανένα πρόβλημα να ανταλλάξουν την  Π. έναντι διαφόρων πολιτικοοικονομικών διευκολύνσεων που θα τους προσέφερε ο πασάς των Ιωαννίνων και κατ΄ επέκταση η Τουρκία. Απ΄ την πλευρά του ο Αλή όπως είδαμε και παραπάνω έκανε παιχνίδι και με τις δύο αντιμαχόμενες δυνάμεις.
Η καταστροφή όμως το 1814 του Ναπολέοντα στην Ρωσία δημιούργησε μια νέα κατάσταση πραγμάτων. Ο Αλή πασάς αρπάζει την ευκαιρία και εκστρατεύει εναντίον της Π. Οι Παργινοί προστρέχουν στον γάλλο στρατηγό Donzelot, που βρισκόταν στην Κέρκυρα, για βοήθεια πλην όμως αυτός ευρισκόμενος σε δεινή θέση δεν μπορεί να τους διαθέσει επιπλέον άνδρες και οπλισμό.

Έτσι στρέφονται στους ’γγλους οι οποίοι ήδη είχαν καταλάβει όλα τα νησιά του Ιονίου εκτός της Κέρκυρας. Στους Παξούς συναντούν τον λοχαγό Garland ζητώντας του προστασία και την συγχώνευση της πατρίδας τους στην νέα κατάσταση πραγμάτων πριν καταλάβει την πόλη τους ο Αλή πασάς. Το αίτημα μεταφέρεται στον αρχηγό των βρετανικών δυνάμεων Campbell ο οποίος αποδέχθηκε το αίτημά τους με τον όρο να διώξουν τους Γάλλους, χωρίς φυσικά να διακινδυνεύσει κανείς στρατιώτης του.
Να πως παρουσιάζει το γεγονός αυτό ο ’γγλος περιηγητής Τ. Smart Hughes:

"Οι Παργινοί δέχτηκαν με χαρά τους όρους και οργάνωσαν με μεγάλη μυστικότητα την κατάληψη του κάστρου. Κατόρθωσαν να περάσουν στην ακρόπολη μια αγγλική σημαία κρυμμένη στη ζώνη ενός νέου χωρίς να κινήσει υποψίες. Κι΄ όταν δόθηκε το σύνθημα, το χτύπημα μιας καμπάνας, όρμησαν αιφνιδιαστικά πάνω στους φρουρούς, τους αιχμαλώτισαν και ύψωσαν την αγγλική σημαία (...). Έτσι, μόλις οι Παργινοί έγιναν κύριοι του κάστρου, ο σερ C. Gordon αποβίβασε από την ΄Bacchante΄ ένα άγημα, έστειλε τη γαλλική φρουρά στην Κέρκυρα και παρέλαβε το οχυρό στις 22 Μαρτίου 1814".

Για το ίδιο γεγονός διαφορετική είναι όπως είναι φυσικό,  η άποψη του Γάλλου πρόξενου στην αυλή του Αλή, Pouqueville:

"Δύο φορές τα όπλα της Γαλλίας και δύο φορές της Ρωσίας σ΄ έσωσαν Πάργα από τη λύσσα των τίγρεων. Το αίμα εκείνων που έπεσαν για την υπεράσπισή σου αχνίζει ακόμα κάτω στις ντάπιες. Ο στρατηγός Donzelot, που οι Επτανήσιοι ονομάζουν ακόμα πατέρα τους, δέχτηκε σαν αγαπημένα παιδιά του τους απεσταλμένους σου. Κι΄ εκείνοι φορτωμένοι με τροφές, πολεμοφόδια και χρήματα γύρισαν με ελπίδες για το μέλλον και με τη βεβαιότητα πως η ειρήνη ήταν κοντά. Αλλά οι αχάριστοι (οι άρχοντες, όχι ο λαός), μόλις αποχαιρέτησαν το στρατηγό Δόνεζελοτ βρέχοντας τα χέρια του με τα δάκρυά τους κι΄ έχασαν από τα μάτια τους το κάστρο της Κέρκυρας, έσπευσαν στο αγγλικό πολεμικό και συμφώνησαν την κατάληψη του βράχου της Πάργας με προδοσία (...)".

Στις 5 Νοέμβρη του 1815 η Συνθήκη του  Παϊσιού ανεγνώριζε υπό Οθωμανική κυριαρχία το Βουθρωτό, την Π., την Πρέβεζα και τη Βόνιτσα που δεν θεωρούνταν νησιωτικά εξαρτήματα των Ιονίων Νήσων. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η Π., αν και ήταν υπό Αγγλική κατοχή, δεν αναφερόταν καν στη συνθήκη του 1815. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ανέβαλε την προσχώρησή της στην παραπάνω συνθήκη μέχρι να παραλάβει την Π. της οποίας είχε την κυριαρχία σύμφωνα με τη συνθήκη του 1800. Η Βρετανία εξάλλου καθυστερούσε την παράδοση προκειμένου να επιτύχει ορισμένες παραχωρήσεις από τους Οθωμανούς προς τους Παργινούς.
Η αρχική συμφωνία έγινε μεταξύ του Βρετανού πρεσβευτή Λίστων και του Μεγάλου Βεζίρη και τα βασικά της σημεία ήταν:
1) Η Μεγάλη Βρετανία απέδιδε στην Υψηλή Πύλη το φρούριο της Π. με όλα τα εξαρτήματα αυτού.
2) Η Υψηλή Πύλη αναγνώριζε τους κατοίκους της Κέρκυρας, Κεφαλληνίας, Ζακύνθου, Λευκάδας, Παξών, Ιθάκης και Κυθήρων ως προστατευόμενους της Βρετανικής Αυλής.
3) Αν οι κάτοικοι της Π. δεν θελήσουν να μείνουν στην Οθωμανική επικράτεια, αλλά προτιμούν να εγκατασταθούν στα νησιά αφού εκποιήσουν τις ιδιοκτησίες και τα αγαθά τους, η Υψηλή Πύλη υπόσχεται να τους συνδράμει, αναλαμβάνοντας και την υποχρέωση να τους μεταχειρίζεται σαν αληθινούς υπηκόους της Μεγάλης Βρετανίας.
Πάραυτα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Π. πέρασε στην δικαιοδοσία της Μ. Βρετανίας, ύστερα από τον αγώνα των κατοίκων της και υπό τον όρο ότι θα αποτελέσει αναπόσπαστο εξάρτημα του Ιονίου Κράτους (¨Περίχωρο των Κορυφών" την ονόμαζε ο στρατηγός Κάμπελ).
Ευθύς εξαρχής ο απώτερος σκοπός των ’γγλων ήταν η παραχώρησή της στην Τουρκία προκειμένου να μην θιγούν τα εμπορικά της συμφέροντα στην Ανατολή.
Τον Κάμπελ, ύστερα από σύντομο χρονικό διάστημα, διαδέχεται ο πρώτος Αρμοστής λόρδος Thomas Maitland τον οποίο λόγω των έντονων φιλοτουρκικών του αισθημάτων οι συμπατριώτες του αποκαλούσαν "σουλτάν Θωμά"!
Το Μάρτη του 1817 άρχισαν στα Γιάννινα διαπραγματεύσεις μεταξύ του Βρετανού πληρεξουσίου Ιωάννη Καρτράιτ  και του Οθωμανού Αχμέτ Μπέη προς διακανονισμό του τρόπου εκτίμησης των ιδιοκτησιών που θα εγκαταλείπονταν και του τρόπου πληρωμής των αποζημιώσεων. Η τελική συμφωνία επιτεύχθηκε στις 17 Μάη 1817 και πρόβλεπε τη σύσταση επιτροπής από Κερκυραίους διορισμένους από τον Μαίτλαντ, Οθωμανούς Γιαννιώτες, 24 Παργινούς και το διοικητή της Π. Κάρολο δε Μποσσέ. Η επιτροπή εργάστηκε για δύο χρόνια και κατέληξε σε απόφαση για συνολική αποζημίωση 150.000 λιρών, απόφαση που ανακοινώθηκε στους κάτοικους της Πάργας στις 4 Μάρτη 1819.
Ο ιστορικός Π. Α. Σαλαπάντας οργισμένος γράφει ότι:
"Η άτιμος αυτή συνθήκη, υπογραφείσα υπό του πρεσβευτού της Αγγλίας Frere εν Κωνσταντινουπόλει αμέσως διεβιβάσθη υπό των οργάνων του εις τον Αλή Πασά, όστις λαβών αυτήν αυθωρεί δι΄ εκτάκτου ταχυδρόμου, την διακοινώνει εις τον αγαπητόν του συνάδελφον Μαιτλάνδον και την 13 Μαρτίου 1817 δι΄ ετέρου ταχυδρόμου τον ειδοποιεί ότι ο μέλλων να συντάξη μετά του ’γγλου επιτρόπου προκαταρκτικήν συμφωνίαν περί πωλήσεως της Πάργας Επίτροπος της Πύλης έφθασεν εις Ιωάννινα. Την είδησιν αυτήν λαβών ο Αρμοστής, έσπευσεν ίνα ενισχύση την φρουράν της Πάργας, διότι εις τους κατοίκους αυτής επρόκειτο ίνα επιβληθεί η ατιμοτέρα βία".
 

Τις δραματικές αυτές στιγμές χρωματίζει με έντονα χρώματα φιλέλληνας Francois Lenormant:

"Ο λόρδος Μαιτλάνδος, από των πρώτων ημερών της εξουσίας αυτού συνήψε φιλικάς σχέσεις μετά του δεσπότου της Ηπείρου. Τη προτροπή δε αυτού, ήρξαντο συνδιαλέξεις περί παραχωρήσεως της Πάργας. Υπό τον όρον της παραχωρήσεως ταύτης επρόκειτο ν΄ αναγνωρισθή η Δημοκρατία των Ιονίων Νήσων και η Αγγλική Προστασία, υπό του Σουλτάνου Μαχμούτ, όπερ και εγένετο δια πράξεως εν χρονία 26 Απριλίου 1819. Υπελείπετο μόνον να συνομολογηθώσιν οι όροι της παραχωρήσεως, εις συνέντευξιν δε λαβούσαν χώραν εν Βουθρωτώ μετά του Αλή πασά, ο λόρδος Μαιτλάνδος συνεφώνησε να παραχωρήση την Πάργαν άνευ όρων δια το ποσόν 150.000 λιρών στερλινών.
Οι Πάργιοι, πωληθέντες ούτω παρά το δίκαιον των εθνών, δεν ηθέλησαν να υποκύψωσιν εις την τύχην των κατοίκων Πρεβέζης, Βονίτσης και Βουθρωτού. Επροτίμησαν να εγκαταλείψωσι την πατρίδα των και να ζητήσωσιν αλλαχού τόπον εις τον οποίον να ζήσωσιν εκτός της επηρείας των Τούρκων. Καθ΄ ην στιγμήν έμελλον να επιβιβασθώσιν εις πλοία, εκθάψαντες τα οστά των πατέρων των παρέδωκαν  αυτά εις τας φλόγας, ίνα μη μείνωσιν εις γην, ην επέπρωτο να μολύνη η παρουσία των μουσουλμάνων. Η σκηνή αυτή της οποίας η μνήμη μένει ανεξάλειπτος εις τα χρονικά του Ελληνικού έθνους, έλαβε χώραν τη 10 Μαΐου 1819.
Ο λόρδος Μαιτλάνδος δεν επερίμενε τα αποτελέσματα άπερ εξ αυτής προέκυψαν. Η διήγησις της καταστροφής της Πάργας διεθρυλλήθη εις όλην την Ευρώπην, ένθα προεξένησεν απανταχού την ζωηροτέραν αγανάκτησιν, και διήγειρε δια πρώτην φοράν ένθερμους συμπαθείας υπέρ της υποθέσεων των Ελλήνων".

Η αγανάκτηση των Επτανησίων ήταν μεγάλη. Ο Κ. Λομβάρδος αναφέρει ότι:

"Η πώλησις της Πάργας και η εκείθεν εις τας νήσους μετανάστευσις τεσσάρων χιλιάδων ανθρωπίνων ψυχών περιφερομένων αστέγων, γυμνών, λιμοττόντων, διότι την ιδέαν της πατρίδος υπεράνω πάσης απολαύσεως, του υλικού κόσμου ελάτρευσαν, απετέλεσεν αμετάκλητον το διαζύγιον μεταξύ των προστατών και προστατευομένων, Περί ων η συνθήκη των 5 Νοεμβρίου 1815 απεφάσιζεν αιωνίως συνδεδεμένοι να μείνωσι διά δεσμών κηρυσσομένων αδιαρρήκτων άμα τε του Μαίτλανδ και των οργάνων του. Έκτοτε τα όργανα ταύτα όπου και εν ταις νήσαις εστράφησαν ήκουσαν την έκφρασιν της γενικής κατ΄ αυτών αγανακτήσεως. Ο λαός της Κερκύρας μέχρι Κυθήρων ομοφώνως τα εχαρακτήρισε δια του επιθέτου οι καταχθόνιοι (infenali): αυτά δε ετήρησαν μέχρι τέλους της Προστασίας το επίθετον τούτο προς διάκρισιν του κόμματός των από των κατόπιν αναφανέντων δύο ετέρων κομμάτων του, των Μεταρρυθμιστών και Ριζοσπαστών".

Η περίπτωση της Π. όμως, δεν συγκίνησε μόνο τους κατοίκους των Ιονίων Νήσων και της άλλης Ελλάδας, αλλά και τους Ευρωπαίους. Το θέμα τέθηκε στις 15 Ιουνίου του ίδιου χρόνου και στη Βουλή των Λόρδων. Η εφημερίδα "Νew Times" ρωτά: "Πιστεύει η αγγλική κυβέρνηση ότι αποζημίωσε τους Παργινούς με 48 λίρες που αναλογεί σε κάθε άτομο για τις περιουσίες που έχασαν, για την πατρίδα τους, για την υπόστασή τους ως ελευθέρων ατόμων;"
Την τραγωδία της πόλης κατέγραψε σε σονέτο του ο ιταλός ποιητής Monti: "Luce ti neghi il sol, erba la terra" (Μη σε φωτίσει ο ήλιος κι η γη σου μην ανθίσει), ενώ ο ελληνοϊταλός Ούγκο Φώσκολο απέστειλε στις μεγάλες δυνάμεις υπόμνημα διαμαρτυρίας συνοδευόμενο από ένα δημοτικό τραγούδι που μεταξύ άλλων έλεγε:
"Πάργα! Τουρκιά σε πλάκωσε! Τουρκιά σε τριγυρίζει,/ Δεν έρχεται για πόλεμο, με προδοσιά σε παίρνει!/ (...)/ ’στε λεβέντες τ΄ άρματα κι΄ αφήστε το ντουφέκι/ Σκάψτε πλατειά, σκάψτε βαθιά, όλα σας τα κιβούρια/ και τ΄ αντρειωμένα κόκαλα ξεθάψτε των γωνιών σας,/ Τούρκους δεν επροσκύνησαν, Τούρκοι μη τα πατήσουν" . Ένα άλλο τραγούδι θρηνωδούσε την τύχη των Παργινών: ¨Μαύρο πουλάκι π΄ έρχεσαι απ΄ τα΄ αντίκρυ μέρη/ πες μου, τι κλάψες θλιβερές, τι μαύρα μοιρολόγια/ από την Πάργα βγαίνουνε, που τα βουνά ραγίζουν;/ Μήνα την επλάκωσε Τουρκιά, πόλεμος την καίει;/ Δεν την επλάκωσε Τουρκιά, πόλεμος δεν την καίει,/ τους Παργινούς επούλησαν σα γίδια, σα γελάδια".
Ο Διονύσιος Σολωμός σε ένα σχεδίασμα του "Λάμπρου" (ΑΕ 43.29-31) καταγγέλλει την στάση των "προστατών":

"Όσο για τα Ιόνια νησιά - έρχονται οι ’γγλοι να τα προστατέψουν. Να ένας γέρος που έχει άσπρα μαλλιά και γαλανά μάτια πηγαίνει ολόγυρα σε όλα τα αδέρφια νησιά και τους εχάιδευε το σαγόνι και τα χέρια. Έκαναν ύστερα τα ταλαίπωρα να κουνήσουν τα χέρια τους και κατάλαβαν πως ήταν αλυσοδεμένα. Τρέχει ύστερα μπρος από την Πάργα και απλώνει μιαν ασπίδα μπρος της: η δύστυχη στέκει ήσυχη πίσω από εκείνη την ασπίδα, σαν το μωρό στον κόρφο της βυζάστρας: αυτός ωστόσο γνέφει στον Αλή να έρθει με πολύ χρυσάφι. Και ήρθε και σήκωσε την ασπίδα και η Πάργα βρέθηκε μπροστά στους Τούρκους. Κραυγές φρίκης σε όλα τα έθνη τα χριστιανικά (...)".

Ο Ανδρέας Κάλβος στο ποίημά του "Εις Πάργαν" υμνεί το θάρρος και τον πατριωτισμό των Παργινών:

"(...) Τα συνήθη χωράφια/ Αφίνοντες εφύγατε/ Τον ζυγόν, προτιμώντες/ Την πικράν ξενιτείαν/ Και την πενίαν.// Πλην, της επιστροφής/ Εχάραξεν η μέρα./ Πάντοτε οι επουράνιοι/ Μεγαλόθυμον γένος/ Υπερασπίζουν.// Εκεί που εκαύσατε/ (Ελληνική φροντίδα!),/ Των προγόνων τα λείψανα,/ Πάλιν η πρόνοοι χείρες/ Εκεί σας φέρνουν."

To όνειρο όμως των Παργινών για την απελευθέρωση και επιστροφή στην πατρίδα τους δεν εγκαταλείφθηκε. Με το ξέσπασμα της ελληνικής επανάστασης αποφασίζουν να συνταχθούν με τις δυνάμεις του Χριστόφορου Περραιβού που εκείνη την περίοδο ήταν φρούραρχος στην Ρινιάσσα. Ας δούμε όμως πως εξιστορεί τα γεγονότα ο ίδιος ο Περραιβός στα "Πολεμικά Απομνημονεύματά" του:

"Κατά δε τον Ιούνιον (1821) μήνα εξήλθον από Κέρκυρας διακόσιοι Πάργιοι ένοπλοι υπ΄ οδηγίαν του κ. Σπύρου Δημουλίτζα και Χριστοδούλου Τζούκου Δεσίλα, ζήλω πατριωτικώ κινούμενοι, και επιθυμούντες ν΄ απολαύσωσι την πατρίδα των Πάργαν, και επειδή τινες εξ αυτών ήσαν επιτήδειοι ναύται, τους εμεταχειρίσθη ο φρούραχος δια την θάλασσαν, ώστε πολλάκις εμπόδισαν θαλασσινά κινήματα των εχθρών, και τροφάς ήρπασαν, και αιχμαλώτους συνέλαβαν, ο δε διά την μερικήν των πατρίδα πόθος (και μάλιστα διότι την είχαν προ οφθαλμών) δεν τους άφηνεν ησύχους, διό ανεφέρθησαν δις και τρις εγγράφως προς όλους Σουλιώτας, παρακαλούντες τους να τους συνδράμωσι με τα όπλα δια να την ελευθερώσουν, να ενθυμηθώσιν, ότι κατά το 1800, μέχρι του 1803 έτους, η Πάργα τους εδόξασε, και έσωσεν από το μακελλείον του Αλή πασά, και ότι, αν την ελευθερώσουν, θέλει είναι πάλιν το υποστήριγμα του Σουλίου, υπέσχοντο προς τούτοις να δώσουν εις τους ελευθερωτάς τριακοσίας πεντήκοντα χιλιάδας δίστηλα Ισπανικά, δηλαδή τα ημίση από τας επτακοσίας χιλιάδας, τα οποίας οι ’γγλοι παρέδωκαν εις τους Παργίους, πωλήσαντας την πατρίδα των εις τον Αλήν πασάν κατά το 1818 και δι΄ ασφάλειαν της υποσχέσεώς των, παρέδιδον ως μεσέγγυον τους ελαιώνας, κήπους και αμπελώνας, εωσού λάβωσι την ρηθείσαν ποσότητα χρημάτων".
Οι Σουλιώτες, σύμφωνα με τον Περραιβό, απάντησαν αρνητικά στο αίτημα των Παργινών λέγοντάς τους ότι "...η κυρίευσις της Πάργας δύναται να γίνη και άλλοτε με καλυτέραν ευκαιρίαν. Τοιαύτη απόκρισις επίκρανε κατάκαρδα τους Παργίους, ώστε απεφάσισαν μόνοι των να δοκιμάσουν την τύχην των δια την απόλαυσιν της πατρίδος".
Η επίθεση των Παργινών κατά του κάστρου της πόλης τους  δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Στη μεγάλη μάχη που με χιλιάδες Τουρκαλβανούς Τσάμιδες στις 28 Ιουλίου δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Έτσι, ¨Οι Πάργιοι, χάσαντες τας ελπίδας δια την απόλαυσιν της πατρίδος των, μέρος εξ αυτών επέστρεψαν εις Κέρκυρας, μέρος ανεχώρησαν δια Μεσολλόγιον και άλλοι έμειναν μετά του φρουράρχου, όλοι όμως κοινώς ηγανάκτουν κατά των Σουλιωτών, υβρίζοντες τους ως αχαρίστους".

Στην Κέρκυρα οι περίπου 4.000 Παργινοί αρχικά εγκαταστάθηκαν λίγο έξω από την πόλη και κοντά στο μοναστήρι της Πλατυτέρας, στη περιοχή που έως σήμερα ονομάζεται "Καρτέρια", άλλοι στη Γαρίτσα και άλλοι στο Μαντούκι. Οι τελευταίοι ονομάστηκαν Παργινομαντουκιώτες και μάλλον θα πρέπει να ήταν αυτοί που τον Ιούνιο του 1821 έσπευσαν να απελευθερώσουν την πατρίδα τους. Στο Μαντούκι έκτισαν την εκκλησία του Αγίου Ανδρέου η οποία καταστράφηκε στον 2ο παγκ. Πόλεμο. Εντός της εκκλησίας φυλάσσονταν το πουκάμισο του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού και ίσως και η θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου. Μια άλλη ομάδα εγκαταστάθηκε στην Γαρίτσα.
Στους Παξούς, εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Γάη όπου τους παραχωρήθηκε η παλαιά εκκλησία των Αγίων Αναργύρων για να τοποθετήσουν τις εικόνες και τα κειμήλιά τους. Έως σήμερα βρίσκεται εκεί η εικόνα του Αγίου Νικολάου καθώς και άλλες φθαρμένες. Στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων κατατέθηκαν από τον Αναστάση Πατίστα από την Αγιά, σύμφωνα με συμβολαιογραφική πράξη, ιερά σκεύη από την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής. Τα σκεύη αυτά ήταν: 5 καντήλια, ένα θυμιατό, ένα δισκοπότηρο, μία λόγχη, μία λαβίδα, ένας αστερίσκος και τρεις κορώνες, όλα ασημένια, για να τα παραλάβει όταν ελευθερωθεί η πατρίδα του.
Όμως τα προβλήματα ενσωμάτωσης των Παργινών προσφύγων  ήταν αρκετά. Χαρακτηριστικό είναι ότι το αδελφάτο των Ηπειρωτών στους οποίους ανήκε ο ναός της Παναγίας των ξένων δεν τους δέχθηκε, όχι μόνο ως αδελφούς αλλά ούτε και ως ενορίτες! Το θέμα αυτό έφθασε το 1833 και στο Ιόνιο Δικαστήριο το οποίο αποφάσισε ότι ¨οι Πάργιοι όντες ενετοί υπήκοοι, διοικούμενοι υπό Κερκυραίου μάλιστα φρουράρχου δεν θεωρούνται ξένοι στεριώτες...". Έτσι οι Παργινοί κράτησαν στα σπίτια τους ή διαμοίρασαν σε ορισμένες εκκλησίες τις εικόνες (τέτοια εκκλησία ήταν και οι ’γιοι Απόστολοι, ιδιοκτησία της παργινής οικογένειας Δημουλίτσα) έως το 1865 ο ναός του Αγίου Γεωργίου στο παλαιό φρούριο μετετράπη σε ορθόδοξο και διακοσμήθηκε με τις εικόνες των Παργινών με την προϋπόθεση όταν απελευθερωθεί η πατρίδα τους να επιστραφούν στην Π. Αυτό έγινε πραγματικότητα στις 23 Μαίου 1930 με το θωρηκτό "Αβέρωφ" το οποίο μετέφερε τις εικόνες στην ελεύθερη πια, γενέθλια γη.
 

Σημειώσεις:
1. Η κίνηση αυτή των Βενετών δεν ήταν τυχαία αφού η στρατηγική θέση της πόλης είχε ιδιαίτερη σημασία για την ασφάλεια της Κέρκυρας. Η Π. γι΄ αυτούς ήταν "L΄ occhio e l΄ orechio de Corfu" (το μάτι και το αυτί της Κέρκυρας).
2. Η Τουρκοβενετική ειρήνη του 1573 βρίσκει τον Λάντζα  αντίθετο με αποτέλεσμα οι Βενετοί να διατάξουν την θανάτωση τόσο του ιδίου όσο και των Παργινών συνεργατών του. Ο Λάντζας και οι σύντροφοί του για να γλυτώσουν πέρασαν στην υπηρεσία του αντιβασιλιά της Νάπολης.

3. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ψυχρά λογιστικής πολιτικής που ακολουθούσαν οι Βενετοί έναντι των κτίσεων τους είναι το ότι κατά την διάρκεια της πολιορκίας της Κρήτης από τους Τούρκους (1645 - ΄69) πρότειναν συμφωνία με την Πύλη παραχωρώντας τους την Πάργα και την Τήνο!
4. Ενδεικτικό του επιπέδου της πόλης είναι το γεγονός ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας ως γραμματέας της Ιονίου Πολιτείας ζήτησε από τον Παργινό Ανδρέα Ιδρωμένο να αναλάβει την ίδρυση ελληνικού σχολείου στην Κέρκυρα. Το "Αρχιγυμνάσιον" του Ιδρωμένου λειτούργησε στην μονή της Τενέδου (Στα εγκαίνια, 8-11-1805, ακούστηκε για πρώτη φορά στην Κέρκυρα η ελληνική γλώσσα σε επίσημη τελετή). Βοηθός του Ιδρωμένου ήταν ο γιος του και ο Χριστόφορος Περραιβός. Το σχολείο αυτό λειτούργησε έως το 1824.

5. Ο Αλή όμως συνέχιζε να πιέζει τους Παργινούς ζητώντας τους να σκοτώσουν "τους φραντσέζους" και να του παραδώσουν την πόλη. Είναι χαρακτηριστική απάντησή τους: "Μας γράφεις να διώξωμεν και να σκοτώσωμεν τους φραντσέζους. Τούτο μόνο όχι δεν ημπορούμεν, αλλά και αν ημπορούσαμεν πάλιν ήθελε το αποφύγωμεν: διότι η πατρίς μας έχει τέσσερας αιώνας, οπού καυχάται εις την καλήν εμπιστοσύνην, την οποίαν και με το αίμα την εδιαφέντευεν. Πως λοιπόν ημείς ημπορούμεν να αμαυρώσωμεν την δόξαν και την υπόλιψίν της; Ποτέ. Το να μας φοβερίζεις πάλιν αδίκως είναι εις την εξουσίαν σου: πλην οι φοβερισμοί δεν είναι των μεγάλων σου ανθρώπων. Και το άλλο ημείς δεν εγνωρίσαμεν ποτέ το χρώμα του φοβερισμού, όσον εσυνειθίσαμεν τον ένδοξον πόλεμον δια τα δίκαια της πατρίδος. Ο Θεός είναι δίκαιος: η ώρα προσμένεται δια να δοξασθή ο νικητής. Υγείαινε - Πάργα 16 οκτωβρίου 1798. Όλοι οι Παργινοί μικροί και μεγάλοι".

6. Ο Δόνζελοτ, σύμφωνα με τον Αλή πασά, του προσέφερε την Π. με αντάλλαγμα την απαγόρευση του αγκυροβολισμού βρετανικών πολεμικών πλοίων κατά μήκος της αλβανικής ακτής.
7. Το φρούριο υπερασπίζονταν 300 άνδρες, 225 εκ των οποίων ήταν Αλβανοί και το 70 γαλλικό απόσπασμα υπό την ηγεσία του ελληνικής καταγωγής, συνταγματάρχη του γαλλικού στρατού Νικολάου Παπάζογλου ή Χατζηνικόλα ή Τσεσμελή (Colonel Nicole).
8. Οι κάτοικοι ερωτήθηκαν αν προτιμούσαν να μείνουν στην Π. σαν Οθωμανοί υπήκοοι πλέον ή προτιμούσαν να φύγουν και να αποζημιωθούν. Προτίμησαν το δεύτερο. Από σειρά "επιτροπικών" (εξουσιοδοτήσεων) που βρίσκονται στα συμβολαιογραφικά έγγραφα του Ιστορικού Αρχείου Παξών φαίνεται ότι οι Παργινοί ρωτήθηκαν πολλές φορές για την οριστική επιλογή τους, στις αρχές του 1817 και το 1818.
Στο Αρχείο του συμβολαιογράφου Χριστόδουλου Δένδια (Βιβλίο 13, ετών 1816-187, σελ. 92r) διαβάζουμε:
"1817 Μηνός Μαίου 6/18. εις το Κάγγελον εμού Νοταρίου ενεφανίσθη σωματικώς ο παρών  Κύριος αναστάσιος Ζούμπος του ποτέ πρωτοπαπά Γεωργίου δημοσούλη  από  αγιά και κάτοικος εις τούτην την Νήσον των Παξών,  ο οποίος με τον πλέον καλιότερον τρόπον οπού  να  ημπορή και δύναται να κάμη και εις την δύναμην του παρόντος  Νοταριακού  Γράμματος, εκλέγει και αποκαταστένει για επίτροποι αυτού μερικόν, τον απόντα
Κύριον ανδρέα τζαούση γκιοχάλα από αγιά , και κατά το παρών κάτικος εις Πάργαν. προς τον οποίον δείδει παντίαν εξουσίαν και κυριότητα όπως ο αυτός επίτροπος παρρησιασθή κατ΄ έμπροσθεν εις την διοίκισην της Πάργας , οπού να προσφέρη τον κατάλογων από τα αγαθά ακίνητα οπού ο εμφανισθείς εξουσιάζοι εις το τεριτόριον της Πάργας οπου τα οποία είναι ένα περιβόλιον με ήτοι  ... μέσα πλησίον την Καζάρμαν, και τέσσαρες σκάλαις χωράφι ποτιστικό οπου χρησιμέβη δια σπάρσιμο, πλησίον το αμπέλι του Κου Σπυρίδωνος Δημουλίτζα κείμενον εις την τοποθεσίαν επονομαζόμενην άγιον Γεώργιον. δια το έργον και αποτέλεσμα όπως λάβουν και τα αυτά αγαθά εκείνην την τύχην οπού είναι διορισμένη και δια τα αγαθά των  της Πάργας εγκατίκων. εξεκαθαρίζει  ο εμφανισθείς  οτι το ρηθέν περιβόλιον το έχει από πατρικήν Κληρονομίαν, και το χωράφι ακουϊστάδο από τον πανεδεσιμότατον Πρωτόπαπα Πάργας Κύριον Γεώργιον δημουλίτζα και ..".
9. Σύμφωνα με την γαλλική εφημερίδα "Courrier Francois" (10.8.1819) "Οι ’γγλοι δεν ήθελαν να δυσαρεστήσουν τους Τούρκους για να μην σημειωθεί διαταραχή στο κερδοφόρο εμπόριο τους με την οθωμανική Ανατολή".
10. Η πρώτη εκτίμηση της αποζημίωσης ήταν 500.000 λίρες ¨ποσό ασήμαντο", σύμφωνα με τον Hughes, ¨για μια καλοχτισμένη πόλη με 4.000 κατοίκους, χωριά καλοκατοικημένα, εδαφική έκταση με περίμετρο 20 χιλιομέτρων, γη σπάνιας ευφορίας και με 81.000 ρίζες ελιές που έδιναν το καλύτερο λάδι της Ανατολής και εξασφάλιζαν έναν προσοδοφόρο εξαγωγικό εμπόριο". Για να γίνει περισσότερο κατανοητό το ελάχιστο του ποσού της αποζημίωσης, αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τον Σαλαπάντα το ετήσιο εισόδημα των κατοίκων της Π. ήταν 50.000. Το ποσό αυτό όμως ο Μέτλαντ το θεώρησε μεγάλο και αναθέτει σε μια νέα επιτροπή αποτελούμενη από κερκυραίους να κάνουν μια δεύτερη εκτίμηση που ήταν 460.000 λίρες. Ο Αλή Πασάς προσέφερε μόνο 56.756 λίρες και ο Μέτλαντ πρότεινε συμβιβαστικά 150.000 λίρες. Τελικά ο Αλή πασάς αθέτησε και αυτή τη συμφωνία πληρώνοντας σε ισπανικά τάληρα και τουρκικά γρόσια... Και σαν να μην έφτανε αυτό το γελοίο ποσό οι ’γγλοι πήραν 157.500 τάληρα ως αποζημίωση για τα ναύλα των φρεγατών που μετέφεραν τους άτυχους Παργινούς στην Κέρκυρα!
11. Σύμφωνα με τον Σ. Στούπη η περιοχή ονομάστηκε έτσι αφού οι πρόσφυγες έδωσαν το όνομα του συνοικισμού Καρτέριζα της πόλης τους. Σύμφωνα με την Νινέττα Λάσκαρη ,"Ο θρύλος λέει πως κάθε βράδυ μια φωνή μέσα στη νύχτα από πολύ μακριά σπάζοντας ην εκκωφαντική σιγή του ελαιώνα και των κοιμισμένων ανθρώπων, ψιθύριζε ΄καρτερείτε... καρτερείτε...΄ την ώρα της επιστροφής στην πατρίδα.
Η αλήθεια είναι πως η λέξη καρτέρια δεν έχει καμία σχέση με το καρτερώ. Προέρχεται από την αγγλική λέξη quarters, δηλαδή ενδιαίτημα, κατοικία. Τα Καρτέρια χτίστηκαν πρόχειρα και γρήγορα για να στεγάσουν τους πρόσφυγες. Το όνομά τους ήταν ΄The Refuge Quarters".
Οι Παργινοί όμως ρίζωσαν στην Κέρκυρα, διασκορπιζόμενοι σε κάθε της σημείο. Μερικά επώνυμα οικογενειών από την Πάργα που συναντάμε και σήμερα είναι τα: Αντίοχος, Αρβανιτάκης, Βασιλάς, Δεσύλλας, Δημουλίτσας,, Ζούμπος, Ιδρωμένος, Μαυρογιάννης, Μπούας, Παργινός κ.α.
12. Πρόσφυγες αν και σε ομόδοξη αδελφή περιοχή, αντιμετώπισαν την έχθρα του άθλιου Αρμοστή Μαίτλαντ. Τελικά τα ελάχιστα χρήματα της αποζημίωσης τους δόθηκαν τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς.


Επιστροφή στο ΕΧΙΤ