Υπάρχει διέξοδος για το Γιουγκοσλαβικό; (Καθημερινή 11/4/99) "Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΡΟΖΑΚΗ Καθηγητού πανεπιστημίου, αντιπροέδρου στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία αποτελούν ένα από τα τελευταία σκιρτήματα του Ανατολικού Ζητήματος που κατατατρέχει για δύο σχεδόν αιώνες την περιοχή μας. Κι ενώ για τους περισσότερους λαούς που συνιστούσαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία οδήγησε στην εθνική ολοκλήρωσή τους-δηλ. στην απόκτηση κράτους με προσδιορισμένο έδαφος και με πληθυσμιακή ομοιογένεια- στην περίπτωση ; Γιουγκοσλαβίας η κατάρρευση των αυτοκρατοριών που έλεγχαν τις περιοχές της είχε αποτέλεσμα την ανάδυση ενός πολυεθνικού, πολυπολιτισμικού μορφώματος με εξαιρετικά εύθραυστη συνοχή. Mia συνοχή που διατηρήθηκε τεχνητά για πενήντα, περίπου, χρόνια, όχι τόσο ως συνέπεια της βαθμιαίας μόλυνσης των διαφορών και των διακρίσεων των λαών που τη συναποτελούσαν, αλλά ως καρπός μιας αυταρχικής και ευέλικτης διακυβέρνησης (αυτής του στρατάρχη Τίτο) και των γεωπολιτικών συγκυριών που είχαν καθηλώσει οποιαδήποτε κινητικότητα στην περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης." "i αποδέσμευση των δυνάμεων που επέφερε η κατάρρευση των σοσιαλιστικών καθεστώτων στην Ευρώπη στα τέλη της δεκαετίας του '80 δεν μπορούσε να μη συμπαρασύρη και τη Γιουγκοσλαβία. Ιδιαίτερα, μάλιστα, Γιουγκοσλαβία, αφού στο πολιτικό πηδάλιο της βρισκόταν ένας ηγέτης, ο οποίος δεν είχε κατανοήσει τα μηνύματα των καιρών έχοντας κατανοήσει τον κίνδυνο επικείμενων ρήξεων είχε αποφασίσει να υποστείλει προσχήματα της γιουγκοσλαβικής ενότητας και να δώσει προτεραιότητα στη σερβική πρωτοκαθεδρία μέσα στο κράτος ή σε ό,τι θα έμενε από το κράτος αυτό. 0 Μιλόσεβιτς, που ιστορικά συμπίπτει με τις μεγάλες γεωπολιτικές αλλαγές της Ευρώπης, δεν επιδιώκει τη διατήρηση της ενότητας. Αν και γνωρίζει μια και ο στοιχειωδώς εγγράμματος μελετητής της εποχής το γνωρίζει- ότι η Γιου οσλαβία αποτελεί μία από τις πρώτες υποψήφιες για διάλυση εφαρμόζει μια πολιτική υ την ενθαρρύνει, δεν την ανακόπτει. Αν θεωρήσουμε ότι τα κεντρικά προβλήματα της τότε Γιουγκοσλαβίας ήταν η συμμετοχή των διαφορετικών λαών στην άσκηση της εξουσίας -που ήταν ασύμμετρη- η διασπορά υ πλούτου -που ποίκιλλε ανάμεσα στους ρειους και στους νότιους-και η διαχείριση που, όπως και η ανάγκη εκδημοκρατισμού και δημιουργίας Θεσμών, τότε η πολιτική του Μιλόσεβιτς εναντιωνόταν σε όλες αυτές τις προσδοκίες. 0 αυταρχικός τρόπος διακυβέρνησης, η ενίσχυση της Σερβικής παρουσίας σε όλους τους μηχανισμούς του κράτους, η αδυναμία ουσιαστικής βελτίωσης της οικονομίας και της ευμάρειας των νότιων δημοκρατιών και της πιο αρμονικής συμμετοχής στην άσκηση της εξουσίας των βόρειων δημοκρατιών, με τρόπο ανάλογο με την οικονομική συμβολή τους στην ομοσπονδία, δεν μπορούσε παρά να Θέσει σε κίνηση κεντρόφυγες ροπές, μέσα σε διεθνείς συνθήκες που τις ευνοούσαν. Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, στις αρχές της δεκαετίας του '90, αποτελεί μια περίπτωση-πιλότο για το πώς αναδύονται οι εθνικισμοί, ποιες είναι οι τραγικές διαστάσsις τους, και πόσο δυσχερής και επώδυνη είναι η δια τήρηση πολυεθνικών κρατών. Γιατί, βέβαια, η γιουγκοσλαβική αποσάθρωση κατέδειξε ότι πραγματικά προβλήματα εξουσίας, οικονομίας, κοινωνίας όταν συγκεντρωθούν σε υ ψηλά ποσοστά ιδεολογικοποιούνται σε φαντασιακές συσπειρώσεις, και αν μάλιστα τυ χαίνει τα προβλήματα αυτά να χωρίζουν τμήματα λαών που συμβιώνουν, αλλά που έχουν διακριτές ταυτότητες, τότε η ιδεολογικοποίηση κατασκευάζεται στη βάση αυτής της διάκρισής τους. Στη Γιουγκοσλαβία η εθνική διάκριση υπήρξε το ετοιμοπαράδοτο ιδεολόγημα για την απόσχιση των λαών, αλλά και για την πρόκληση της στυγερής πολιτικής της εθνικής καθαρότητας στην οποία Σέρβοι και Κροάτες πρωτοστάτησαν. Και γιατί, βέβαια, η γιουγκοσλαβική περιπέτεια κατέδειξε ότι η διατήρηση της πολυεθνικότητας απαιτεί τον ύπατο βαθμό ανάπτυξης δημοκρατίας, κράτους δικαίου και προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων, απαιτεί τον ύψιστο βαθμό πολιτισμού, που όχι απλά να ανέχεται τη διαφορά, αλλά να την παρακάμπτει σα να μην υπήρχε, ως κριτήριο στην ευημερία και την ισοτιμία κάθε πολίτη που βιώνει την άσκηση της εξουσίας ή την καθημερινή διαδικσia και συμπεριφορά. Σε κάθε περίπτωση και παρά τις προσπάθειες εθνικής κά9αρσης, αυτό που απέμεινε στη Γιουγκοσλαβία, μετά το διαμελισμό, περιείχε και πάλι στοιχεία πολυεθνισμού, τόσο στη Βοϊβοντίνα όσο και στο Κόσοβο. Και, δυστυχώς, παρά τις ευκαιρίες που υπήρξαν, και οι οποίες διέτρεξαν την περίοδο σχεδόν μιας δεκαετίας -όσο κράτησε, περίπου, η αγωνία της αναδιάταξης της μεγάλης Γιουγκοσλαβίας, και ιδιαίτερα το βοσνιακό ζήτημα-, η γιουγκοσλαβική ηγεσία δεν μπόρεσε να κατασιγάσει τους εναπομείναντες εθνικισμούς και να αναζητήσει νέους τρόπους κοινής συμβίωσης. Το Κόσοβο, η περιοχή aπo την οποία άρχισε ουσιαστικά η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, μέσα από την πολιτική τou Μιλόσεβιτς να άρει την αυτονομία του το 1989, ξαναέρχεται, λοιπόν, στην επιφάνεια. £την αρχή με το Η λύση του προβλήμαtος Θα πρέπει να εγγυάται ότι οι Αλβανοί του Κοσόβου θα μπορουν να στα εσωτερικά σύνορά τους με ένα βαθμό αυτοκυβέρνηοης που Θα εξασφαλίζει την αυτοδύναμη λήψη αποφάσεων για τις τύχες τους, ενώ παράλληλα Θα εξιltcύνει τον μειονοτικό πληθυσμός περιοχής Αίτημα των μετριοπαθών Αλβανών ηγετών για επιστροφή στην αυτονομίας αργότερα με την ένοπλη, πια, διεκδίκηση ,για ανεξαρτησία, που, ουσιαστικά, πυροδότήσε τις σημερινές εξελίξεις. Η κατάσταση δεγ είναι, πια, έτσι όπως εξελίχθηκε ένα εσωτείlικό πρόβλημα της Γιουγκοσλαβίας, για δύο λdγους που παραδοσιακά συνηγορούν τουλάχιστον από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, με μια διε θνή παρέμβαση: πρώτον, γιατί η πολιτική που αναπτύσσεται στο Κόσοβο από τις γιουγκο σλαβικές αρχές κατατείνει και πάλι σε μια δεύτερη εθνική κάθαρση. Και, δεύτερον, και ίσως σημαντικότερο για τους λιγότερο euαίσθητους στον ανθρώπινο πόνο, γιατί ο ένοπλος αγώνας των Αλβανών του Κόσοβο, συνοδευόμενος από την πολιτική της μαζικής μετανάστευσης των πληθυσμών εκτός γιουγκοσλαβικών συνόρων νακατατά ει κινητοποιήσει αυνολικότερες α ξ ς στο εύθραυστο κέλυφος των νοτιοβαλκανικών χωρών. Στη νέα αλγεβρική εξίσωση θα αναμειγνύονταν πια, τουλάχιστον σε πρώτο στάδιο, οι Αλβανοί της FYROM, η Αλβανία, ίσως το Μαυροβούνιο. Σε ένα δεύτερο στάδιο η Βοσνία, η Βουλγαρία- ίσως κι άλλοι. Η προ σπάθεια, λοιπόν, να κρατηθεί με τα δόντια -και με αίμα, πολλές φορές- η βαλκανική ισορροπία, που στηριζόταν όχι, πια, στη λογική των εθνικών κρατών (και μόνον), αλλά στη λογική της διατήρησης των συνόρων των συντεταγμένων (πρωην) γιουγκοσλαβικών ομοσπονδιακών κρατιδίων Θα εξέπνεε κάτω από την ανανεωμένη επιστροφή των εθνικισμών." "Θα πρέπει να δεχτούμε ότι οι δυτικοί, που επιστρέφουν στον παρεμβατικό τους ρόλο, έπειτα από αυτές τις εξελίξεις, κατέβαλαν προσπάθειες για μια ειρηνική διευθέτηση του προβλήματος. Διευθέτηση που δεν ήταν πια εφικτή, καθώς και οι διεκδικήσεις των Αλβανων είχαν πολλαπλασιαστεί -και αποτυπώνονται στο αίτημα του δημοψηφίσματος που περιέχεται στη «συμφωνία του Ραμπουγέ και οι όροι που επιβάλλονται στον Μιλόσεβιτς ευθέως Θέτουν τη χώρα σε διεθνή κηδεμονία. H συναίνεση ήταν, πια, δύσκολη και τα γεγονότα αποδεικνύουν, για άλλη μια φορά, τις αδυναμίες και τα Θεσμικά κενά του διεθνούς συστήματος, που για μεγάλο χρονικό διάστημα άφησε ελεύθερη τη μεγιστοποίηση του ζητήματος, την μεταλλαγή του στο ανεξέλεγκτο, πριν να επέμβει διπλωματικά και στρατιωτικά στο στάδιο της μη-επιστροφής." "Πού βρισκόμαστε σήμερα; Στην πράξη εκείνης της τραγωδίας, που οι νατοϊκοί βομβαρδισμοί επιχειρούν να αποτρέψουν τη διασπορά της κρίσης στα Βαλκάνια και να σταματήσουν τη συνέχιση της πολιτικής κάθαρσης. Αυτό το αποτρόπαιο μέσο πολιτικής-η άσκηση βίας- μπορεί, βέβαια, να επιτύχει ορισμέ νους παροδικούς σκοπούς: να αποθαρρύνει τη γενικότερη ροπή για περαιτέρω ανασχηματισμό του πολιτικού χάρτη των Βαλκανίων, καθηλώνοντας τους υποψήφιους πρωταγωνιστές στις παρούσες Θέσεις τους. Μπορεί επί σης να οδηγήσει τα δύο μέρη στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Αλλά δεν μπορεί, όπως αποδεικνύεται, να εμποδίσει τη συνέχιση τής μαζικής εξόδου των Κοσοβάρων, ως αποτέλεσμα τόσο της εντατικοποίησης της «εθνικής κάθαρσης» όσο και του φόβου που προκαλείται από τις στρατιωτικέ επιχειρήσεις. Το ζητούμενο συνεπώς είναι να αναζητηθεί το συντομότερο δυνατόν μια λύση πολιτική, η οποία να εγγυάται την επιστροφή του μεγαλύτερου δυνατού ποσοστού ανθρωπων στα σπίτια τους." "Αυτή η πολιτική λύση δεν μπορεί να είναι άλλη από μία διέξοδο, η οποία Θα εγγυάται ό τι οι Αλβανοί του Κόσοβο θα μπορούν να ζουν μέσα στα δεδομένα εσωτερικά σύνορά τους με έναν βαθμό αυτοκυβέρνησης που Θα εξασφαλίζει την αυτοδύναμη λήψη αποφάσεων για τις τύχες τους, ενώ, παράλληλα, θα εξισώνει τον μειονοτικό πληθυσμό της περιοχής μαζί τους. Το ζήτημα δεν είναι αν το Θεσμικό σχήμα θα ονομαστεί αυτόνομη επαρχία, ομοσπονδία ή οτιδήποτε άλλο. Αλλά το αν το περιεχόμενο της αυτοκυβέρνησης είναι τέτοιο που να εγγυάται τις πρωτοβουλίες εσωτερικών αποφάσεων στους Κοσοβάρους, όπως και τη σταθερή διατήρηση των εξωτερικών συνόρων της Γιουγκοσλαβίας. Κάτι που ενδεχομένως συνεπάγεται και άλλες ανακατανο μές ισχύος στο ομοσπονδιακό, πια, επίπεδο της Χωρας "Τέλος, για την οδυνηρή εκείνη φάση της επανασυγκόλλησης των γιουγκοσλαβικών Θραυσμάτων, Θα ήταν ουτοπικό κανείς να αγνοήσει την ανάγκη ενός σύνθετου ρόλου της διεθνούς κοινότητας για την αποκατάσταση της επικοινωνίας και της εμπιστοσύνης των εμπλεκομένων μερών. Η διεθνής κοινότητα, και όχι μόνον οι δυτικοί, Θα πρεπει να συνειδητοποιήσει ότι ένα τμήμα της Βαλκανικής, εκτός από την ανάγκη της ειρηνευτικής στρατιωτικής παρουσίας -ένα το κρατούμενο-, έχει και την ανάγκη να απομακρυνθεί το ταχύτερο από τους λόγους που εξέθρεψαν τους εθνικισμούς: από τη φτώχεια, την άγνοια, την απουσία δημοκρατίας και κράτους δικαίου. Εάν, κατά συνέπεια, επιδιωκε μια σταθερότητα στην περιοχή, δεν αρκεί η πυροσβεστική επέμβαση της τελευταίας στιγμής. Απαιτείται, πέρα από τις τεχνικές γεωπολιτικών ισσρροπιών, να ενσκήψει -και ιδιαίτερα η Ευρώπη- στα προβλήματα που υπάρχουν στην περιοχή και να φροντίσει, με οικονομικές (αλλά όχι μόνον) θυσίες, την επιτάχυνση των διαδικασιών εκείνων που θα μεταβάλουν βαθμιαία τις ακυβέρνητες, ουσιαστικά, αυτές πολιτείες σε σύγχρονα, ευημερούντα κράτη."