ΚΕΙΜΕΝΑ : 
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΗΣ
ΜΕ ΤΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΚΑΙ 
ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ :
ΟΝΤΕΤ ΒΑΡΟΝ
ΒΑΣΩΣ ΚΥΡΑΖΑΚΟΥ
ΝΙΝΕΤΤΑΣ ΛΑΣΚΑΡΗ
ΓΙΑΝΝΗ ΠΕΤΣΑΛΗ
ΘΕΟΔΟΣΗ ΠΥΛΑΡΙΝΟΥ
ΜΙΣΕΛ ΦΑΪΣ
ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΧΥΤΗΡΗ

ΦΩΤ. ΑΡΧΕΙΟ:
EXIT Magazine
Αφοι ΚΟΚΑΛΛΗ
Γ. ΠΕΤΣΑΛΗΣ


 


Η Κέρκυρα 
τον 20ο αιώνα
Πρόσωπα


Διαβάστε άλλα αφιερώματα 
του ΕΧΙΤ


Επιστροφή στο ΕΧΙΤ

Η απόφαση για τη δημιουργία του Δημοτικού Θεάτρου ελήφθη το 1885 επί πρωθυπουργίας του Γ. Θεοτόκη Επί δημαρχίας Μ. Θεοτόκη ξεκίνησαν οι ενέργειες προγραμματισμού του, επί Δημητρίου Κόλλα ανατέθηκε η εκπόνηση της μελέτης στον ιταλό αρχιτέκτονα Περγκολέζε, ο οποίος χρησιμοποίησε ως πρότυπό του το κτίριο της Σκάλας του Μιλάνου. Λόγω του μεγάλου του κόστους το έργο ολοκληρώθηκε μόλις το 1902 και εγκαινιάστηκε με την όπερα του Βάγκνερ “Λόενγκριν”. Το Δημοτικό Θέατρο έχοντας ως σημείο αναφοράς το θέατρο Σαν Τζιάκομο στο οποίο το 1733 δόθηκε η πρώτη παράσταση όπερας σε ελλαδικό χώρο, φιλοδοξούσε να αποτελέσει την πολιτιστική ναυαρχίδα της Κέρκυρας, εκείνη που θα υπογράμμιζε την ιδιαιτερότητά της και θα ήταν ένα από τα σημαντικότερα λυρικά κέντρα της Ανατολικής Μεσογείου. 
Η μυθολογία που ανέπτυξαν οι Κερκυραίοι για το θέατρό τους μάλλον ξεφεύγει από την πραγματικότητα. Σε κάθε περίπτωση όμως δείχνει ότι ακόμη και στις πρώτες δεκαετίες του ΄20ού αιώνα το λυρικό θέατρο ήταν ένα θέαμα που συγκινούσε και τα λαϊκά στρώματα. Το 1916 στις αίθουσές του συνεδρίαζε η εξόριστη Βουλή των Σέρβων, η οποία αποφάσισε τη δημιουργία της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας. Στα 1923 τα θεωρία του θεάτρου χρησιμοποιήθηκαν για να στεγάσουν Μικρασιάτες πρόσφυγες. Κατά τη διάρκεια της ιταλικής Κατοχής γίνονταν προβολές ταινιών, ενώ το 1943 κάηκε από τις γερμανικές εμπρηστικές βόμβες. 
Δυστυχώς στη μεταπολεμική περίοδο πρυτάνευσαν άλλες λογικές. Το κτίριο θεωρήθηκε από κερκυραίους αρχιτέκτονες και πολιτικούς μηχανικούς ότι “δεν έχει καμία αρχιτεκτονική και ιστορική αξία” και έτσι το δημοτικό συμβούλιο Κερκυραίων με δήμαρχο τον Σταμάτη Δεσύλλα στη συνεδρίασή του της 31ης Μαρτίου 1952, αποφάσισε ομόφωνα να κατεδαφιστεί. Χρόνια αργότερα στη θέση του χτίστηκε ένα άλλο το οποίο όμως ποτέ έως σήμερα δεν αγκάλιασε κανένας Κερκυραίος. Αντιθέτως μεγάλες φωτογραφίες του παλαιού θεάτρου εξακολουθούν να βρίσκονται κρεμασμένες παντού από κρεοπωλεία έως δικηγορικά γραφεία, νοσταλγώντας το χαμένο κλέος.

Το αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα έλκει την καταγωγή του από την εποχή του Βυζαντίου, με τους κρατικούς υπαλλήλους και τα μοναστήρια να κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος της αγροτικής γης. Στην Κέρκυρα οι κατά καιρούς κατακτητές της σεβάστηκαν αυτό το σύστημα προσφέροντας το σύνολο της γης σε δικούς τους ανθρώπους. Οι Κερκυραίοι, πεπεισμένοι ότι η ένωση με τη μητέρα Ελλάδα θα έδινε λύση στο πρόβλημα, γρήγορα απογοητεύτηκαν. Το αγροτικό ζήτημα που απασχολούσε ολόκληρη την Ελλάδα κορυφώθηκε το 1910 με τις αιματηρές συγκρούσεις στο Κιλελέρ. Ο κερκυραίος πολιτικός Κωνσταντίνος Ζαβιτσιάνος (1879-1943),που για ολόκληρο το διάστημα της πολιτικής του σταδιοδρομίας υπήρξε ο σοβαρότερος αντίπαλος των Θεοτόκηδων, πιστός στην φιλοαγροτική πολιτική που είχε χαράξει τον προηγούμενο αιώνα ο Π. Κωνσταντάς, και σε συνεργασία με τον Α. Δενδρινό, στήριξε ένθερμα τους αγρότες και συνέβαλε αποφασιστικά με το νόμο ΔΝΔ/1912 “περί απελευθερώσεως των αγροτικών ακινήτων Κερκύρας από των βαρυνόντων αυτό διηνεκών βαρών” και την υπαγωγή των αγροτικών χρεών στην Αγροτική Τράπεζα με τη δημιουργία, το 1928 του Ανώνυμου Οργανισμού Αγροτικής Πίστης (η Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών ιδρύθηκε το 1938).

Ο Κάιζερ και ο πρωθυπουργός Γ. Θεοτόκης εξετάζουν τα αρχαιολογικά ευρήματα. Γελοιογραφία εποχής από το αρχείο του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου

Η Κέρκυρα των αρχών του αιώνα εξακολουθούσε να διατηρεί αρκετά 
από τα κοσμοπολίτικα στοιχεία του περασμένου αιώνα. Κάθε καλοκαίρι η βασιλική οικογένεια παραθέριζε στο Μον Ρεπό. Το “Αχίλλειο” μετά το θάνατο της Σίσσυ και ύστερα από μεσολάβηση του πρωθυπουργού Γ. Θεοτόκη, αγοράστηκε το 1907 από τον Κάιζερ Γουλιέλμο, ο οποίος έκτοτε επισκέφθηκε αρκετές φορές το νησί κάνοντας αλλαγές στο “Αχίλλειο” και φυσικά κολακεύοντας τους Κερκυραίους αλλά και όλους τους Έλληνες που πίστευαν ότι η αγάπη του για το νησί θα μεταφράζονταν και σε μια θετικότερη στάση απέναντι στα εθνικά μας θέματα. Η Κέρκυρα για μια ακόμη φορά γινόταν γνωστή σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αυτό όμως που την ανέβασε ακόμη περισσότερο ήταν η εμπλοκή του αυτοκράτορα με τις ανασκαφές. Ενώ ο Έλληνας αρχαιολόγος Φρειδερίκος Βερσάκης είχε ξεκινήσει τις ανασκαφές με θετικά αποτελέσματα, ο Κάιζερ τον Απρίλιο του 1911 ζήτησε από τον βασιλιά Γεώργιο Α’ “την εκχώρηση του δικαιώματος της ανασκαφής του μεγάλου ναού του 7ου αιώνος ο οποίος ανακαλύφθηκε πλησίον της πόλεως”. Ο Κάιζερ θέλησε με τον τρόπο αυτό να αποδείξει σε ολόκληρη την Ευρώπη τις φιλειρηνικές του διαθέσεις, αφού όπως έγραφε ο ίδιος “Όταν εγώ έκανα στην Κέρκυρα έρευνες και συζητήσεις σχετικές με τις Γοργόνες, τις δωρικές κολώνες και τον Όμηρο, στον Καύκασο και στη Ρωσία γινόταν επιστράτευση εναντίον μας”. Ο Γεώργιος έσπευσε να τον διευκολύνει και απομάκρυνε τον Βαρσάκη αφήνοντας τον αρχαιολόγο αυτοκράτορα να αναλάβει τη συνέχιση της ανασκαφής με τον γερμανό αρχαιολόγο Ντέρπφελντ. 
Με την έκρηξη του Α΄Παγκόσμιου πολέμου ο Κάϊζερ φεύγει οριστικά, τα ευρήματα των ανασκαφών αυτών όμως, υπήρξαν ιδιαίτερα σημαντικά, και ουσιαστικά άνοιξαν το δρόμο για την σταδιακή αποκάλυψη της ιστορίας του νησιού.

Επιστολή του Σοσιαλιστικού Όμιλου Κέρκυρας στην οποία αναγγέλεται η εκλογή αντιπροσώπου της ομάδας (Φραγκίσκος Τζουλιάτης) για το Α΄ Σοσιαλιστικό Ελληνικό  Συνέδριο (ιδρυτικό συνέδριο του ΣΕΚΕ)

Στα 1901 ο κερκυραίος λόγιος Νικόλαος Κονεμένος (1832 - 1911) κυκλοφόρησε στην Κέρκυρα τη Διαθήκη του, ένα βιβλίο στο οποίο εξέθετε τις ουτοπικές σοσιαλιστικές του ιδέες, ιδέες ιδιαίτερα προχωρημένες για την εποχή του. Προηγουμένως (1881) ένας μικρός σοσιαλιστικός κύκλος κυκλοφόρησε την εφημερίδα Εργάται, το 1885 δημιουργήθηκε ο “Σοσιαλιστικός Σύνδεσμος” και το 1887 η “Εργατική Αδελφότης”, ένωση των τοπικών εργατικών σωματείων. Τα 1898 συγκροτήθηκε το Εργατικό Κέντρο Κέρκυρας και το 1911 ο Σοσιαλιστικός Όμιλος τον οποίο αποτελούσαν διανοούμενοι με επικεφαλής τον Κ. Θεοτόκη. Η σύνδεση όμως από τον Θεοτόκη του σοσιαλιστικού με το γλωσσικό ζήτημα τον έφερε αντιμέτωπο με τον δικηγόρο Αριστείδη Σίδερη, με αποτέλεσμα να φτάσουν στα όρια της διάσπασης. Η πυροσβεστική παρέμβαση του Νίκου Γιαννιού που ήρθε γι΄ αυτό το λόγο στην Κέρκυρα έσωσε τον Όμιλο από την διάλυση. Όπως αναφέρει στα απομνημεύματά του ο ’γις Στίνας, “ο σοσιαλισμός με την έννοια του κινήματος για την χειραφέτηση της εργατικής τάξης, ήταν, θεωρητικά και πρακτικά ξένος στους περισσότερους. Υπήρχαν (βέβαια) ορισμένοι πολύ λίγοι, εργάτες μέλη του Ομίλου, αλλά δεν είχε δημιουργηθεί κανένας συστηματικός δεσμός με την εργατική τάξη του νησιού”. Το 1912 ο Όμιλος κυκλοφόρησε την εβδομαδιαία εφημερίδα Σοσιαλιστική Δημοκρατία με υπεύθυνο τον Τίτο Ρέγγη. Σε γενικές γραμμές ο Όμιλος πέρα από την έντονη κινητικότητα ορισμένων του μελών δεν μπόρεσε να συνδεθεί με την πολυάριθμη εργατική τάξη του νησιού, η οποία εργαζόταν σε άθλιες συνθήκες. Τελικά και υπό το βάρος της δυναμικής που ανέπτυξε το ΣΕΚΕ, ο Όμιλος οδηγήθηκε στην διάλυση.

Η προσωρινή κυβέρνηση της Αυτόνομης Βορείου Ηπείρου, ενώ συνεδριάζει στο ξενοδοχείο Βella Venezia. Στο μέσον ο πρωθυπουργός Γ. Ζωγράφος

Κατά την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων η Ελλάδα απελευθέρωσε την περιοχή της Β. Ηπείρου από τους Τούρκους. Λίγο αργότερα κι ενώ οι Αλβανοί με την προτροπή των Αυστριακών κήρυξαν την ανεξαρτησία τους, οι Μεγάλες Δυνάμεις ανέλαβαν να καθορίσουν τα σύνορά της. Η Ελλάδα υπό την ισχυρή πίεση της Ιταλίας απέσυρε τα στρατεύματά της από την περιοχή, ενώ με το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας (17.12.1913) η Β. Ήπειρος παραχωρήθηκε στην Αλβανία. 
Πριν ο ελληνικός στρατός ολοκληρώσει την αποχώρησή του ο τέως διοικητής της Ηπείρου και μετέπειτα υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας Γεώργιος Ζωγράφος, στις 17 Φεβρουαρίου 1914, στο Αργυρόκαστρο, ανακήρυξε την Αυτόνομη Δημοκρατία της Βορείου Ηπείρου, χωρίς να έχει την υποστήριξη της Αθήνας. Ύστερα από νικηφόρες μάχες κατά των Αλβανών σε συνάντηση της διεθνούς επιτροπής που πραγματοποιήθηκε στην Κέρκυρα στις 17 Μαΐου 1914, αποφασίστηκε εδικό καθεστώς αυτονομίας για τις ελληνικές περιοχές. Το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας εγκρίθηκε και από τη Συνέλευση των Βορειοηπειρωτών με αποτέλεσμα να λήξει ο ένοπλος αγώνας. Η μετά από τρεις μήνες κήρυξη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου πάγωσε τις εξελίξεις, με αποτέλεσμα το 1921 οι Μεγάλες Δυνάμεις να αποφασίσουν την οριστική παραχώρηση της Β. Ηπείρου στην Αλβανία. Αξίζει να σημειωθεί ότι την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1914 η κυβέρνηση Ζωγράφου συνεδρίαζε σε αίθουσες του ξενοδοχείου “Μπέλα Βενέτσια” (φωτ.) και προσπαθούσε να αποκτήσει ερείσματα και επαφές με διάφορες χώρες. Γεγονός όμως είναι ότι τόσο πριν όσο και μετά το ΄14 το βορειοηπειρωτικό στοιχείο έβρισκε πάντα στέγη στην Κέρκυρα.

Πλοία του στόλου της ΑΝΤΑΝΤ στο λιμάνι της Κέρκυρας

Τον Ιανουάριο του 1916 ύστερα από σχετική απόφαση της ΑΝΤΑΝΤ, συντάγματα του γαλλικού στρατού καταλαμβάνουν την Κέρκυρα. Λίγες ώρες μετά ενημερώνουν τον πρωθυπουργό Σκουλούδη γράφοντας στα παλιά τους τα παπούτσια τις αντιδράσεις της κυβέρνησης του φιλογερμανού Κωνσταντίνου. 
Η γεωστρατηγική σημασία της Κέρκυρας ήταν σημαντική για τους συμμάχους, οι οποίοι έβρισκαν παράλληλα και έναν ιδανικό τόπο για να φιλοξενήσει τα λείψανα του σερβικού στρατού που καταδίωκαν οι στρατιές του Μάκενσεν. Από τις 18 Ιανουαρίου, οι περίπου 133.000 στρατιώτες άρχισαν να μεταφέρονται από την Αυλώνα στην Κέρκυρα, με 14 γαλλικά και 15 ιταλικά μεταγωγικά πλοία. Ο βασιλιάς Πέτρος και ο διάδοχος Αλέξανδρος εγκαταστάθηκαν στο Μον Ρεπό, ο πρωθυπουργός Πάσιτς και ολόκληρη η σερβική κυβέρνηση στο ξενοδοχείο “Μπέλα Βενέτσια”, ενώ το Δημοτικό Θέατρο στέγασε τη Βουλή τους. Στο ίδιο κτίριο υπογράφτηκε εξάλλου και η διακήρυξη ανεξαρτησίας της νέας μεγάλης Γιουγκοσλαβίας, που περιελάμβανε πια Σέρβους, Κροάτες, Μαυροβούνιους, Σλοβένους, Δαλματούς και Αλβανούς. Ο σερβικός στρατός ύστερα από τέσσερις μήνες ξεκούρασης και ανασυγκρότησης έφυγε για να επιστρέψει στο Μέτωπο. Από τις κακουχίες και τις επιδημίες στην Κέρκυρα πέθαναν περίπου 4.000 Σέρβοι. 
Τα γαλλικά στρατεύματα αποχώρησαν από την Κέρκυρα τον Νοέμβριο του 1918 και μετά μικρό διάστημα και τα ιταλικά με έντονο διπλωματικό παρασκήνιο. Οι τελευταίοι θα ξαναγύριζαν πέντε χρόνια αργότερα...

Μικρασιάτες πρόσφυγες από την περιοχή Νίγδης ¨αποβιβασθέντες εις Κέρκυραν τη 16 Οκτομβρίου 1924΄΄ στο Μαντράκι του Παλαιού Φρουρίου

΄΄Τον Ιανουάριο του 1922 φθάσαμε με το πλοίο "Μανόλης” στην Κέρκυρα. Ήμασταν μέσα από τρία χωριά της Κερασούντος, από το δικό μας την ’κκαγια, από την Πράσαρη και από το Τιβάν. Οι Κερασούντιοι δεν πρόλαβαν να μπούνε στο πλοίο και μόνο τα πράματά τους ήρθανε μαζί μας και σκορπίσανε και χαθήκανε. Στην Κέρκυρα μας έβαλαν στο νησάκι Βίδος. Μας κράτησαν εκεί σαράντα μέρες για καραντίνα. Είχε πέσει αρρώστια κι εκεί, ευλογιά και πεθαίνανε κάθε μέρα άνθρωποι και τους πετούσανε στη θάλασσα. Τη μια βραδιά έβλεπες το παιδί σου καλά και την άλλη μέρα το έβρισκες πεθαμένο. ’μα τελείωσε η καραντίνα, όσοι απομείναμε βγήκαμε στην Κέρκυρα...” 
Η Ελένη Γαζή, στην οποία ανήκει η αφήγηση αυτή, ήταν μια από τους 10.000 πρόσφυγες που ήρθαν στην Κέρκυρα την περίοδο 1922-΄23. Μαζί τους ήρθε και ο ιερομόναχος Αρσένιος, ο οποίος πέθανε στον πρόχειρο καταυλισμό που είχε στηθεί στο Παλαιό Φρούριο. (Μερικές δεκαετίες αργότερα η Ιερά Σύνοδος τον ανακήρυξε Όσιο Αρσένιο εξ Φαράσων της Καππαδοκίας). 
Εξαθλιωμένοι, εγκαταστάθηκαν πρόχειρα στο Παλαιό Φρούριο, στο Δημοτικό Θέατρο, στο Ενεχυροδανειστήριο, κοντά στο Α΄ Νεκροταφείο, στα Καρτέρια και αλλού. Περίπου δύο χιλιάδες πήγαν στην ύπαιθρο αλλά και στους Παξούς. Οι Κερκυραίοι στην πλειονότητά τους φιλοβασιλικοί τους προσφωνούσαν “τουρκόσπορους” και “γιαουρτοβαφτισμένους” οι βενιζελικοί προσπαθούσαν να τους στηρίξουν με κάθε τρόπο. Γεγονός πάντως είναι ότι οι Μικρασιάτες αποτελούν τη μοναδική στον 20ό αιώνα μαζική εγκατάσταση προσφύγων στη Κέρκυρα.

Ιταλοί στρατιώτες ποζάρουν στην κορυφή του Castello Vecchio. Στο βάθος το Castello Nuovo με τον σταυρό και την Ιταλική σημαία να ανεμίζει.

Με πρόσχημα τη δολοφονία του ιταλού στρατηγού Τελίνι στα ελληνοαλβανικά σύνορα, η Ιταλία που κυβερνούσε ήδη ο Μουσολίνι, στις 21 Αυγούστου 1923, κατέλαβε την Κέρκυρα. Ένας στόλος που ξεπερνούσε τα 25 πλοία γέμισε το λιμάνι της πόλης. 
Ο αρχηγός του ιταλικού στόλου ναύαρχος Σολάρι ζήτησε από το νομάρχη Πέτρο Ευριπαίο να του παραδώσει το νησί. Επειδή όμως ο νομάρχης τυπικά αρνήθηκε οι Ιταλοί άρχισαν να βομβαρδίζουν το Νέο Φρούριο καταστρέφοντας τη Σχολή Αστυνομίας Πόλεων, το Παλαιό σκοτώνοντας δεκαπέντε γυναικόπαιδα - πρόσφυγες που είχαν εγκατασταθεί στους εκεί πρόχειρους καταυλισμούς καθώς και την εξάχρονη κερκυραία Ελένη Βρυώνη. Οι Ιταλοί, για να δείξουν τις προθέσεις τους, τοποθέτησαν έναν ξύλινο κόκορα στο Παλαιό Φρούριο, με την επιγραφή: “όταν λαλήσει αυτός ο κόκορας τότε οι Ιταλοί θα φύγουν από την Κέρκυρα”. Όμως, η ψύχραιμη στάση του συναρχηγού της Επανάστασης Στ. Γονατά, έδωσε στην Ελλάδα την ευκαιρία να προσφύγει στην Κοινωνία των Εθνών. Τελικά η χώρα μας πλήρωσε ως αποζημίωση 50 εκατομμύρια λιρέττες και οι Ιταλοί αποχώρησαν από το νησί στις 27 Σεπτεμβρίου του ΄23 με τον λαό να τους κατευοδώνει με ένα σαρκαστικό “κουκουρίκου".

Μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης του στρατάρχη Πιέτρο Μπαντόλιο, οι ιταλικές δυνάμεις σε όποιο σημείο βρίσκονταν αυτομάτως θεωρήθηκαν από τους Γερμανούς ως αντίπαλοι. Στην Κέρκυρα οι Ιταλοί μετά από άκαρπες διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς αποφασίζουν να αντισταθούν. Δεν διαθέτουν ούτε το ψυχικό σθένος, ούτε την κατάλληλη στρατιωτική πείρα για κάτι τέτοιο. Ενθαρρύνονται όμως από το γεγονός ότι ξεπερνούν τους 10.000 άνδρες, καθώς επίσης και από την ελπίδα ότι θα υποστηριχτούν από τη συμμαχική αεροπορία. Οι Γερμανοί επιθυμούν την άμεση κατάληψη της Κέρκυρας. Ως πρώτο στόχο θέτουν την κάμψη του φρονήματος των Ιταλών αλλά και των ντόπιων. 
Οι σφοδροί βομβαρδισμοί τον Σεπτέμβριο του ΄43 διαφέρουν από όλους τους άλλους που είχε γνωρίσει η πόλη. Οι εμπρηστικές βόμβες ενώ δεν προκαλούν πολλά θύματα, τυλίγουν την πόλη στις φλόγες καταστρέφοντας ένα μεγάλο μέρος της αρχιτεκτονικής, της ιστορικής και πολιτιστικής της κληρονομιάς. Συνολικά οι Ιταλοί, οι Γερμανοί και οι Αγγλοαμερικάνοι βομβάρδισαν την Κέρκυρα 195 φορές, σκοτώνοντας 2.200 άτομα και καταστρέφοντας το 15,1% του συνολικού δυναμικού της πόλης. 
Μετά το πέρας του πολέμου τίποτε σε αυτή την πόλη δεν ήταν το ίδιο.

Εγκατεστημένοι πριν από αιώνες και προερχόμενοι από όλα σχεδόν τα σημεία του ορίζοντα, οι εβραίοι της Κέρκυρας θεωρούνταν από τους Βενετούς, πολίτες δεύτερης κατηγορίας αλλά και από τους ντόπιους σαν μια ακόμη πέτρα των δεινών τους. Από το δεύτερο μισό του 19ου αι. η κοινότητα μεγαλώνει και ευημερεί αποτελώντας ένα δυναμικό τμήμα της πολυπολιτισμικής κερκυραϊκής κοινωνίας της εποχής. Σιγά - σιγά φουντώνει και το Σιωνιστικό κίνημα μετά την ίδρυση της οργάνωσης “Μekkitz-Nirdamin” (1906), της “Tikbat-Zion” (1913) της “Theodore Herzl” (1924) και πολλοί επί το πλείστον εύποροι εβραίοι, φεύγουν απ΄ το νησί. 
Με την κατάληψη του νησιού τον Σεπτέμβριο του ΄43 από τους Ναζί οι τύχες τους θα ακολουθούν αυτές των εκατομμυρίων ομοεθνών τους της Ευρώπης. Το σύνολο των εβραϊκής καταγωγής Κερκυραίων, περίπου 2.000, στοιβάζεται σε πλοία, μεταφέρεται στην Αθήνα και από εκεί με τρένα στα στρατόπεδα εξόντωσης της Πολωνίας. Οι περιουσίες τους λεηλατούνται και διαμελίζονται από τα στρατεύματα Κατοχής και από όσους ντόπιους αρπάζουν την ευκαιρία. Με το τέλος του πολέμου, πολλοί επιζήσαντες θα εγκατασταθούν στο νέο κράτος του Ισραήλ, κάποιοι στην άλλη άκρη του Ατλαντικού και ελάχιστοι επιστρέφουν στη γενέθλια πόλη. Στις κατεστραμμένες γειτονιές που μεγάλωσαν θα δοκιμάσουν μια νέα αρχή. 
Σήμερα δεν ξεπερνούν τους 60. Από τις πέντε συναγωγές που υπήρχαν προπολεμικά απέμεινε μία, στην οποία σπανίως γίνονται λειτουργίες.

Δημοσίευμα στην εφημερίδα Το Βήμα

Η νησίδα Λαζαρέτο, μόλις τρία μίλια από την πόλη, από τον 16ο αιώνα ήταν το πρώτο λοιμοκαθαρτήριο που δημιούργησαν οι Βενετσιάνοι στα Ιόνια νησιά. Τόπος τραγικός συνυφασμένος με το θάνατο, το Λ. θα στοιχειώσει και τον 20ο αιώνα. Τον Ιούνιο του 1928 μεταδίδεται επιδημία πανώλης στους τροφίμους του Οικοτροφείου Κέρκυρας. Για να μην πανικοβληθούν οι κάτοικοι της πόλης, και για να μη μεταδοθεί η νόσος, πάνω από 250 παιδιά μεταφέρθηκαν και απομονώθηκαν στο Λ. Εκεί πέθαναν επτά από αυτά.
Την άνοιξη του 1943 οι Ιταλοί κατακτητές δημιούργησαν στρατόπεδο συγκέντρωσης, όπου εγκλείστηκαν εξόριστοι Κερκυραίοι και 200 κρατούμενοι που μεταφέρθηκαν εδώ από τις φυλακές Ακροναυπλίας, συνολικά 600 άτομα. Από αυτούς πολλοί μεταφέρθηκαν πριν την Ιταλική συνθηκολόγηση στο Πρίντεζι, ενώ οι υπόλοιποι ελευθερώθηκαν τον Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς.
Κατά την περίοδο του Εμφυλίου (1946-΄49) γίνονταν οι εκτελέσεις των αγωνιστών της εθνικής Αντίστασης. Εξακριβωμένα, πραγματοποιήθηκαν 112 εκτελέσεις. Από το 1976, επιζώντες θανατοποινίτες και συγγενείς εκτελεσμένων συνέστησαν το Σωματείο “Λαζαρέτο”, το οποίο φρόντισε για την διευθέτηση του χώρου μετατρέποντάς τον σε χώρο ιστορικής μνήμης. Το 1992 η τότε υπουργός Πολιτισμού  Αννα Ψαρούδα - Μπενάκη το χαρακτήρισε ως ιστορικό τόπο που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία.

Οι εγκαταστάσεις της βιομηχανίας ¨Παλλάδα - Αθηνά΄΄ (βρισκόταν κάτω από το λόφο Αβράμη εκεί που σήμερα βρίσκεται το Δήμητρα market)

Η βιομηχανική επανάσταση στην Κέρκυρα ξεκίνησε στα τέλη του προηγούμενου αιώνα. Τα μεγαλύτερα εργοστάσια ήταν το τυπογραφείο των αφών Ασπιώτη και το εργ. “Καννάβεως, Λίνου και Ιούτης” του Αλ.. Δεσύλλα. Υπήρχαν ακόμη η Γαλακτοβιομηχανία και η παγοποιία Μιχ. Μαργαρίτη, οι αλευρόμυλοι Βαρονέτου Θεοτόκη, Καλλιβοκά, Σοφιανόπουλου, Δαλιέτου, οι χαρτοποιίες, Καρακαντά, Παπαδόπουλου και Ρόπα. Το εργ. ψάθινων πίλων Φρασκόνη, ομπρελών Φέρου, βερνικιών Δέντε, το ξυλουργικό εργ. Ασπιώτη, η κονσερβοποιία Μπερνιέ, αλιπάστων Μακρίδη, Ελαιόπανων Ζερβού, η Ελαιουργία Ζαβιτσιάνου, οι σαπουνοποιίες, “Παλλάδα - Αθηνά”, Πατούνη και Ευγ. Χατζή, η καπνοβιομηχανία Νικηφόρου, το εργ. χειροκτίων Χωραφά, το πυρηνοελαιουργείο Κουρούκλη - Καλλίνικου, το βελγικό εργ. γκαζιού, το εργ. επεξεργασίας κηροζίνης, το εργ. πάγου Δημουλίτσα, τα βυρσοδεψεία αφών Τσίπη και πλήθος άλλων μικρών και μεγάλων βιοτεχνιών. 
Στους χώρους αυτούς ταξικής αλληλεγγύης και συντροφικότητας δημιουργήθηκε το 1911 ο “Αλληλοβοηθητικός Εργατικός Σύνδεσμος Κέρκυρας” ο οποίος την ίδια χρονιά στήριξε μια 7ήμερη απεργία στο εργ. Δεσύλλα, αλλά και ένα χρόνο αργότερα για να μειωθεί η εργασία από 14 σε 12 ώρες ημερησίως. Το 1920 δημιουργήθηκε το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο. 
Οι καταλυτικές αλλαγές συντελούνται πριν από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η μεγάλη απόσταση από τη μεγάλη αγορά της Αθήνας, η επιβάρυνση των προϊόντων με το κόστος μεταφοράς καθώς και άλλα προβλήματα που έχουν να κάνουν με τη χρήση παλαιάς τεχνολογίας, τραυμάτισαν την τοπική βιομηχανία. Πριν από την ανάπτυξη του τουρισμού, στα τέλη της δεκαετίας του ΄50, είχαν απομείνει μόνο πέντε εργοστάσια.: Οι αλευρόμυλοι Μπάκλη και Ζαφειρόπουλου, η Χαρτοποιία Κέρκυρας, η Ελαιουργία και το Εργοστάσιο Δεσύλλα.
Τελευταίοι έκλεισαν οι κυλινδρόμυλοι Ζαφειρόπουλου, ενώ μερικά χρόνια αργότερα η προσπάθεια του Δημήτρη Μπούα για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού βεληνεκούς, εργ. κεραμικής σύντομα οδηγήθηκε σε αδιέξοδο.

Από τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του Κλαμπ Μεντιτερανέ στη Δασιά

Στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα οι ντόπιες βιομηχανικές μονάδες βρίσκονται πλέον σε φάση απαξίωσης. Η Κέρκυρα με σταθερό ρυθμό αρχίζει να μεταβάλλεται σε σκιά του ένδοξου εαυτού της. Η εσωτερική και η εξωτερική μετανάστευση είναι οι μοναδικές διέξοδοι για ένα ανθρώπινο δυναμικό το οποίο δεν μπορεί πλέον με κανένα τρόπο να απορροφήσει η ανύπαρκτη τοπική αγορά εργασίας. Η γεωργία, η μακραίωνη καλλιέργεια της ελιάς, αποτελεί την έσχατη άμυνα των αγροτών. Τα χωράφια δίπλα στις ακτές και τις παραλίες, ξερά, άγονα και χωρίς καμία αξία προικίζουν τα -μονίμως ριγμένα- θηλυκά του κάθε σπιτιού. 
Το 1952 ένας άγνωστος γάλλος επενδυτής ονόματι Μπλιτζ, νοικιάζει ένα τμήμα του κτήματος του Σίδνεϊ Μέρλιν στη Δασιά. Εκεί δημιουργεί τη Μεσογειακή Λέσχη για Γάλλους τουρίστες που μετέφερε από τη χώρα του με υδροπλάνα της Air France. Για να μπορέσουμε να καταλάβουμε την καθοριστικής σημασίας συμβολή του Κλαμπ Μεντιτερανέ, ας σκεφτούμε ότι, το 1953 στην Κέρκυρα ήρθαν 720 τουρίστες και στο Κλαμπ 3.555 ! 
Λίγους μήνες αργότερα και ύστερα από γενναίες κρατικές χρηματοδοτήσεις αρχίζει την λειτουργία του το ξενοδοχείο Corfu Palace και το τουριστικό περίπτερο του Κανονιού. Η Κέρκυρα της τουριστικής οικονομίας είναι γεγονός. 
Οι γαμπροί παίρνουν το αίμα τους πίσω...

Αναμνηστική φωτ. Αρσακιάδων της περιόδου 1921 - ΄22

Το 1805 ο Ανδρέας Ιδρωμένος, ύστερα από προτροπή του γραμματέα της Ιονίου Πολιτείας Ι. Καποδίστρια, ίδρυσε το “Αρχιγυμνάσιον”, το πρώτο ελληνικό σχολείο στα εγκαίνια του οποίου ακούστηκε για πρώτη φορά επισήμως η ελληνική γλώσσα. To 1827 η Κέρκυρα είχε τρία σχολεία με 239 μαθητές. Η δημιουργία και η διάλυση της Ιονίου Ακαδημίας έδειξε τα αδιέξοδα (και στο χώρο της εκπαίδευσης) στα οποία βρέθηκαν οι εκτός Αθηνών περιοχές της χώρας. Το “Αρσάκειο Κέρκυρας” ιδρύθηκε το 1868 με διαθήκη του Αρσάκη. Περιείχε νηπιαγωγείο, παρθεναγωγείο και διδασκαλείο. Έκλεισε το 1937. 
Το 1865 ιδρύθηκε το Γυμνάσιο, το 1908 η Εμπορική Σχολή, το 1923, η Ιερατική Σχολή (Ιεροδιδακαλείον), το 1924, το Πρακτικό Λύκειο και το 2ο Γυμνάσιο. Στη δεκαετία του ΄30 υπάρχει το εξατάξιο Γυμνάσιο Αρρένων και το αντίστοιχο Θηλέων. Το μικτό εξατάξιο Πρακτικό Λύκειο και η επίσης μικτή Εξατάξια Εμπορική Σχολή και από το 1915 η Δημόσια των Καλών Τεχνών Ακαδημία. Αλλά και η Στρατιωτική Προπαρασκευαστική Σχολή Υπαξιωματικών και η Σχολή Αστυνομίας Πόλεων από το 1921. Στο Δήμο Κερκυραίων υπήρχαν 29 σχολεία δημοτικής και μέσης εκπαίδευσης με πάνω από 5.000 μαθητές Υπήρχε ακόμη νηπιαγωγείο και δημοτικό σχολείο της εβραϊκής κοινότητας. Υπήρχαν ακόμη και τρία ελληνικά ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, καθώς και η Ιταλική Εμπορική Σχολή και η Γαλλική Σχολή Θηλέων. Το 1927, ως αντίπραξη στην “Ιταλική Σχολή”, δημιουργήθηκε από τον Μητροπολίτη Αθηναγόρα η “Κερκυραϊκή Σχολή”. Στην περιφέρεια υπήρχαν τα Σχολαρχεία Σκριπερού, Καστελλάνων Μέσης, Λευκίμμης και Παξών. Μεταπολεμικά, σχεδόν το σύνολο των ιδιωτικών σχολείων έκλεισαν με τελευταία την Τεχνική Σχολή “Καποδίστριας”. Κατά περίεργο τρόπο και ενώ από τα μέσα της δεκαετίας του ΄80 πολλαπλασιάστηκαν τα γυμνάσια και λύκεια τόσο στην πόλη όσο και στην περιφέρεια, ο νομός Κέρκυρας έχει τα μεγαλύτερα ποσοστά αναλφαβητισμού σε πανελλήνιο επίπεδο, καθώς και ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά επιτυχιών στις πανελλαδικές γενικές εξετάσεις.

H Ιόνιος Ακαδημία, το πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο, άρχισε να λειτουργεί επίσημα το 1824. Η ιδέα για την ίδρυσή της ανήκε στον Ι. Καποδίστρια και η υλοποίησή της στον Αγγλο φιλέλληνα Φρειδερίκο Γκίλφορδ. Η Ι. Α. καταργήθηκε το 1865, αφού μόρφωσε μια πλειάδα επιστημόνων που πλαισίωσαν καίριες θέσεις στα πνευματικά και εκπαιδευτικά ιδρύματα του κράτους. Από τότε και για περισσότερο από ένα αιώνα παραμένει άσβεστη η επιθυμία όλων των Κερκυραίων για την ανασύσταση της Ακαδημίας. Η αίσθηση, που δεν στερούνταν βάσης, ότι το κράτος των Αθηνών αφαίμαξε πολιτιστικά και εκπαιδευτικά την Κέρκυρα, διαπερνούσε όλους τους Κερκυραίους. 
Στις 21.5.1982 ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, σε ομιλία του στην πλατεία Δημαρχείου, εξαγγέλλει την ίδρυση “Πανεπιστημίου της Επτανήσου...”. Το Ιόνιο Πανεπιστήμιο δημιουργήθηκε με το προεδρικό διάταγμα 83/84 ΦΕΚ 31 Α/20-3-84. Το Τμήμα Ιστορίας πρωτολειτούργησε το 1985, το Τμήμα Ξένων Γλωσσών Μετάφρασης και Διερμηνείας το 1986, το Τμήμα Μουσικών Σπουδών το 1992 και το Τμήμα Αρχειονομίας - Βιβλιοθηκονομίας το 1993. Από τότε έως σήμερα τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το ίδρυμα κάθε άλλο παρά λίγα είναι: έχει πρόβλημα στέγασης των τμημάτων, εξακολουθεί να διοικείται από διορισμένη Διοικούσα Επιτροπή. 
Ο λαός της Κέρκυρας κινητοποιήθηκε κατ΄ επανάληψη για τα προβλήματα του Ι. Π. γνωρίζοντας καλά ότι το μέλλον αυτού του τόπου θα κριθεί και από την ύπαρξη και την ανάπτυξη του Πανεπιστημίου.

Βράδυ της Τρίτης 15 Σεπτεμβρίου 1992 . Η πρώτη μαζική συγκέντρωση έξω από την κεντρική πύλη του Mon Repos

Η Παλαιόπολη, η πόλη της αρχαίας Κέρκυρας, το Μον Ρεπό της οικογένειας Γκλύξμπουργκ ήταν και είναι ένας τόπος στον οποίο έκανε συχνά πυκνά στάσεις η Ιστορία. Τον τίμησαν δεόντως, οι Ρωσοτούρκοι, οι Γάλλοι, οι Αγγλοι, η αυτοκράτειρα Σίσσυ, η βασιλική οικογένεια Γκλύξμπουργκ, οι Ιταλοί κατακτητές. Οι μόνοι που για αιώνες ολόκληρους έμεναν μακριά από τους ψηλούς του μαντρότοιχους ήταν οι Κερκυραίοι. Ο περίφρακτος αυτός τόπος, που είχε πάρει διαστάσεις μύθου, εξακολουθούσε έως το 1992 να είναι απαγορευμένος για όλους πλην των αδέσποτων σκύλων και των βασιλικών επιστατών. Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς η κυβέρνηση Μητσοτάκη προωθεί στη Βουλή νομοσχέδιο για τη βασιλική περιουσία. Λίγες ημέρες αργότερα ο Δήμος Κερκυραίων με τους μαζικούς φορείς του νομού πραγματοποιεί συλλαλητήριο κατά των κυβερνητικών σχεδιασμών. 
Στις 4 Οκτωβρίου ο δήμαρχος Κερκυραίων Χρύσανθος Σαρλής, επικεφαλής του Δημοτικού Συμβουλίου και εκατοντάδων Κερκυραίων, ανοίγει την πύλη και τα έως τότε κλειστά ανάκτορα. 
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του αγωνιστικού φρονήματος των Κερκυραίων ήταν η πανγκερκυραϊκή απεργία της 22 Μαρτίου ΄93, μοναδική στα χρονικά του νησιού αφού δεν άνοιξαν ούτε καν τα περίπτερα! Με νέο νόμο του 1994 η Παλαιόπολη παραχωρήθηκε κατά κυριότητα στο Δήμο Κερκυραίων.

Οι ηγέτες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αναμνηστική φωτ. έξω από τα Ανάκτορα των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου (26.6.΄94)

Από τα τέλη του 1989 άρχισαν οι πρώτες συζητήσεις για την επιλογή της πόλης που θα φιλοξενούσε τη Σύνοδο Κορυφής των Ευρωπαίων Ηγετών. Οι προηγούμενες δύο σύνοδοι επί ελληνικού εδάφους είχαν πραγματοποιηθεί στην Αθήνα και στη Ρόδο. Ύστερα από σχετική πρωτοβουλία του πρώην πρωθυπουργού Γεωργίου Ράλλη και με τη σύμφωνη γνώμη του υπουργού Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά, άρχισε να συζητείται ως υποψήφια πόλη η Κέρκυρα. Το ίδιο επεδίωκαν και οι Θεσσαλονικείς αλλά και η Αθήνα. Εντούτοις και παρά την αλλαγή του πολιτικού σκηνικού με την εκλογή του ΠαΣοΚ, η Κέρκυρα παρέμενε κύρια επιλογή. Έτσι, δειλά - δειλά και με ρυθμό χελώνας άρχισαν να εκτελούνται έργα σε διάφορα σημεία της πόλης. Διαμορφώθηκε ένα τμήμα του Παλαιού Φρουρίου, τα ανάκτορα, το Αχίλλειο, το αεροδρόμιο, ορισμένα έργα οδοποιίας κ.α. 
Δυστυχώς στη Σύνοδο της Κέρκυρας δεν ελήφθησαν σημαντικές αποφάσεις ανάλογες του Μάαστριχ και έτσι η Κέρκυρα παρέμεινε ...ένα νησί του Ιονίου Πελάγους. Οι Κερκυραίοι που περίμεναν ότι η Σύνοδος θα εκτίνασσε το νησί τους στην κορυφή της δημοσιότητας, προφανώς δυσαρεστήθηκαν. Ένιωσαν όμως ευχάριστα έστω και για μερικούς μήνες με την “γκλαμουριά” ορισμένων έργων βιτρίνας που “ξεπλύθηκαν” με τις πρώτες βροχές. Τελικά η Σύνοδος Κορυφής μένει ως ένα σημαντικό γεγονός για την Κέρκυρα του 20ου αιώνα, τόσο γι΄ αυτό που ήταν όσο και γι΄ αυτό που δεν ήταν.

Από το τέλος του Β’ παγκοσμίου πολέμου έως τα τέλη της δεκαετίας του ΄80 οι σχέσεις της χώρας μας με τις όμορες του “παραπετάσματος” βασισμένες πάνω σ΄ ένα ψυχροπολεμικό και κομμουνιστικοφοβικό ΝΑΤΟϊκό πλαίσιο έμοιαζαν σχεδόν αδιάφορες. Με την αποδιάρθρωση των καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης και τη διάλυση της ΕΣΣΔ αίφνης τα πάντα ανατράπηκαν. Κανενός είδους σύνορο δεν φαίνεται να στέκεται ικανό να εμποδίσει ανθρώπους, από τις ανατολικές και τριτοκοσμικές χώρες να γευτούν το υπερκαταναλωτικό όνειρο της δύσης. 
Η Κέρκυρα δέχεται πρώτη ένα μεγάλο κύμα Βορειοηπειρωτών που αναζητούν μια νέα τύχη. Τα φτηνά εργατικά χέρια είναι το καταλυτικό στοιχείο που θα κάνει τους ντόπιους να δεχθούν με ανοιχτές αγκάλες τα αδέλφια της Β. Ηπείρου. Στη συνέχεια οι Αλβανοί με κάθε τρόπο και μέσο ακολουθούν το παράδειγμα των Βορειοηπειρωτών. Κανενός είδους “επιχείρηση σκούπα” δεν στάθηκε ικανή να ανακόψει αυτό το ρεύμα το οποίο σήμερα, σχεδόν δέκα χρόνια μετά, είναι πια μια μόνιμη πραγματικότητα. Ανεπίσημα υπολογίζεται ότι αυτή τη στιγμή στην Κέρκυρα οι Βορειοηπειρώτες/ Αλβανοί ξεπερνούν τις 15.000. Αυτό το τεράστιο για τα κερκυραϊκά δεδομένα, μεταναστευτικό ρεύμα, δεν έχει προκαλέσει έως σήμερα μια ανάλογη έκρηξη εγκληματικότητας. Η συντριπτική πλειοψηφία των μεταναστών προσπαθεί με κάθε τρόπο να ενσωματωθεί. Η δεύτερη γενιά, τα παιδιά βορειοηπειρωτών ή Αλβανών που έχουν κάθε λόγο να προβάλλουν την “βορειοηπειρωτική” τους καταγωγή, είναι το ίδιο κορφιατόπουλα, όπως εξάλλου και τα παιδιά Θεσαλλονικών, ηπειρωτών, στερεοελλαδιτών, και των μικτών γάμων με ξένους/ες.