Σοφία Νικολαΐδου

ΞΑΝΘΙΑ ΠΑΤΗΜΕΝΗ

Σ’ έναν ωκεανό βιβλίων, όπου ο πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας συχνά και για ορισμένους εκδότες αποτελεί συνώνυμο της εμπορικότητας, η ανακάλυψη ενός πραγματικά ενδιαφέροντος βιβλίου που παραμένει το ίδιο ενδιαφέρον και μετά το εξώφυλλο αρχίζει να μοιάζει με μια μικρή περιπέτεια, ίδια με την αναζήτηση ενός τετράφυλλου τριφυλλιού...
 Οταν μάλιστα ένα βιβλίο που στοιχίζει μόνο 1.500 δραχμές και δεν ξεπερνά τις 78 σελίδες, τότε η ανακάλυψή του προϋποθέτει αρκετή τύχη και μεγάλα αποθέματα υπομονής. Μια τέτοια περίπτωση είναι και η συλλογή διηγημάτων της Σοφίας Νικολαϊδου "Ξανθιά πατημένη" που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις "Κέδρος". Η πρωτοεμφανιζόμενη θεσσαλονικιά συγγραφέας δημιούργησε μια ευχάριστη έκπληξη σε όλους όσους είχαν την τύχη να διαβάσουν τα διηγήματά της αφού ο λόγος της έχει ταυτότητα πάθος και δύναμη, στοιχεία που δεν βρίσκουμε εύκολα στους νέους συγγραφείς.

ΤΗΝ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠΗΡΕ Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΗΣ
Ο "μύθος" περί ιδιαίτερης λογοτεχνικής ταυτότητας της Θεσσαλονίκης που τροφοδότησαν τις προηγούμενες δεκαετίες ορισμένα γνωστά στο πανελλήνιο κοινό, ονόματα, πιστεύεται ότι σήμερα ισχύει;
Τι να σας πω, αυτός ο μύθος περί "ερωτικής Θεσσαλονίκης" μπορεί να βολεύει τους γραμματολόγους για να τακτοποιούν ευκολότερα στα κουτάκια τους τους ποιητές και τους πεζογράφους της πόλης, δεν ξέρω όμως κατά πόσο έχει ουσιαστικό περιεχόμενο. Προφανώς η πόλη, η ατμόσφαιρά της, το τοπίο της υφαίνουν ένα δίχτυ άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο ορατό στα κείμενα των λογοτεχνών που αποφασισμένα ζουν σ΄ αυτή, το ίδιο όμως δεν ισχύει και με μια οποιαδήποτε άλλη πόλη; Μόνο η Θεσσαλονίκη εμπνέει μ΄ αυτό το συγκεκριμένο τρόπο τους συγγραφείς της;

Μπορεί σήμερα -σε μια εποχή παγκοσμιοποίησης και άμεσης διάχυσης οποιασδήποτε πληροφορίας-  μια πόλη, μια περιοχή της χώρας να έχει, ξέχωρη, δική της λογοτεχνική ταυτότητα;
Και ναι και όχι. Μέσα σ΄ έναν πολτό διεθνικού πολιτισμού στον οποίο η μουσική που ακούμε, ο κινηματογράφος που βλέπουμε και -γιατί όχι;- η λογοτεχνία που διαβάζουμε είναι, τουλάχιστον σε Ευρώπη και Αμερική, εν πολλοίς κοινά, ο μουσικός, ο κινηματογραφιστής, ο λογοτέχνης κουβαλάνε ακόμα στις βαλίτσες τους τον τόπο τους και τους ανθρώπους, μυρωδιές και χρώματα, νανουρίσματα κι ερωτικές λεξούλες. "Η πόλη θα σ΄ ακολουθεί", αρκεί να μην τη σέρνεις πίσω σου όπως ο σάλιαγκας το καβούκι του.

Στο πρώτο σας βιβλίο που πιστεύουμε ότι ήταν μια από τις ευχάριστες εκπλήξεις του ΄97, βλέπουμε συγκεντρωμένες 28 σύντομες ιστορίες καθημερινής τρέλας. Οι ήρωές σας είναι πάντα απογοητευμένοι από την ζωή και τις επιλογές τους ενώ συχνά οδηγούνται σε ένα "απονενοημένο διάβημα"...
Οχι όλοι, ίσως αυτές οι ιστορίες σας εντυπώθηκαν. Ναι, είναι ιστορίες ανθρώπων καθημερινών, μπορεί να έχουμε βρεθεί μαζί τους σε κάποιο ασανσέρ ή να έχουμε σκοντάψει στον αγκώνα τους σε κάποια βόλτα. Μ΄ ενδιαφέρει πολύ αυτό το δευτερόλεπτο που γίνεται το σάλτο, η "ώρα η κακιά" όπως τη λέμε, που, ενώ όλα δείχνουν να πηγαίνουν κατ΄ ευχήν, παίρνουν ανάποδες - καμιά φορά ανεξήγητα.

Η ζωή δεν είναι Μπένετον, ούτε φυσικά τόσο ελκυστικά τεχνικόλορ όσο θα ήθελε μια μεγάλη μερίδα συνομήλικών σας συγγραφέων, είναι όμως τόσο μονόχορδη και τόσο μαύρη όσο την βιώνουν οι ήρωές σας;
Ούτε μονόχορδη, ούτε μαύρη. Συμβαίνει και στα καλύτερα τα σπίτια. Καλός μαθητής, καλός φοιτητής, παιδί με μέλλον και ένα βράδυ σφάζει έναν άγνωστο ή τους γονείς του με το σουγιαδάκι που είχε από λυκόπουλο. Πώς έπαιξε το μάτι του, σε τι φύκια γλιτσερά πατίναρε ο μυαλός του, πριν ξύσει το νυχάκι του στην κόψη;
 

Πριν κάμποσα χρόνια ο συντοπίτης σας, αξέχαστος Τάκης Κανελλόπουλος, μας είχε γοητεύσει με τις ρομαντικές σύντομες ιστορίες του. Λιγάκι αργότερα ο Σωτήρης Δημητρίου και ο Κωστής Γκιμοσούλης έδωσαν νέο αέρα στο ελληνικό διήγημα που από την εποχή του Πολυλά αποτελεί την κορωνίδα της πεζογραφικής μας παράδοσης. Εσείς σε τι βαθμό νιώθετε να έχετε επηρεασθεί από αυτή την παράδοση αλλά και την ευρωπαϊκή (Μαγκανέλι, Μπίξελ, Καλβίνο, κ.α. )
Θα μιλήσω για τα βιβλία που αγαπώ. Δεν είναι απαραιτήτως διηγήματα αλλά αν υποθέσουμε πως έφευγα ταξίδι στο διάστημα, στον Άρη για παράδειγμα, τι θα παράχωνα στο σάκο μου; Βιρτζίνια Γουλφ στα σίγουρα, κάποιο απ΄ τα μυθιστορήματα του 19ου, ξέρετε αυτά των εξακοσίων σελίδων που κλείνουν μέσα τους πέντε ζωές με παιδιά και δισέγγονα, το Χειμωνά με τις θρυψαλιασμένες ιστορίες, χα ράζουνε την πέτσα σου από μέσα, και κάνα δυο ταινίες σκέτα ποιήματα.

Η γλώσσα και το χτίσιμο των ιστοριών με "λέξεις ξυράφια" προσδίδουν στα διηγήματα σας μια ποιητική διάσταση που πάνω απ΄ όλα βοηθούν στο τελικό αποτέλεσμα με τρόπο εξόχως αποτελεσματικό. Ο συναισθηματικός πλακούντας αυτών των λέξεων βοηθά την οικονομία της γραφής ενώ αρδεύει και τα 28 διηγήματα δίνοντας στον αναγνώστη την αίσθηση ενός ξεχωριστού και ιδιαίτερου σύμπαντος...
Αυτό που πάντα μ΄ ενδιέφερε στη γλώσσα, εννοώ ακόμα και στον προφορικό λόγο, είναι η ικανότητά της να βελονιάζει. Τσακ, μια λέξη βελόνα και μάτωσε το δάχτυλό σου, το ζουπάς λιγάκι, το σαλιώνεις, το πατάς με μια χαρτοπετσέτα. Δε χρειάζεται να πεις "πονάω", ή "τσιμπήθηκα".
Το έχεις ήδη δείξει, το παραπάνω είναι φλυαρία.

Η εμμονή σας σε ηρωίδες, απατημένες από τους άντρες, με μια σχεδόν αποστροφή στην μητρότητα, δίχως συναισθηματική και οικονομική αυτοδιάθεση, αντικατοπτρίζουν ένα φεμινιστικό προσανατολισμό ή εξυπηρετούν την μυθοπλασία;
Το δεύτερο, ελπίζω να είναι φανερό και στο βιβλίο. Η "στρατευμένη λογοτεχνία" είναι παντελώς έξω από τα γούστα μου. Συμβαίνει αυτή η κατηγορία γυναικών να έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Αναφερθήκαμε προηγουμένως στην ισχυρή παράδοση του διηγήματος. Βέβαια για λόγους που ίσως γνωρίζουν καλύτερα οι εκδότες, αυτό που προωθείται τα τελευταία χρόνια είναι η συγγραφή μυθιστορημάτων και μάλιστα πολυσέλιδων. Σε γενικές γραμμές τα αποτελέσματα δεν είναι καθόλου ευχάριστα, αυτό όμως δεν φαίνεται να πτοεί κανέναν. Εσείς αντιμετωπίσατε προβλήματα στην αναζήτηση εκδότη για το ολιγοσέλιδο  βιβλίο σας;
Ισως να στάθηκα τυχερή, δεν αντιμετώπισα όμως κανένα πρόβλημα. Τουναντίον.
 
Μετά την επιτυχία του πρώτου σας βιβλίου, θα εξακολουθήσετε να υπηρετείτε το διήγημα ή θα δοκιμάσετε τις δυνάμεις σας σε κάτι διαφορετικό;
Θα δούμε. Αυτά ξέρετε, δεν προγραμματίζονται εκ των προτέρων.

Επιστροφή στο ΕΧΙΤ