Μέσα σε δεκαπέντε ημέρες το ΔΗΠΕΘΕ Κερκύρας έδωσε διπλές
εξετάσεις, τόσο σε ανήλικους όσο και σε ενήλικες. Τα αποτελέσματα ήταν
"και του ύψους και του βάθους". Ο "Κύκλος με την κιμωλία" ευτύχησε να βρει
τον στόχο του ενώ το "...και καλά ξεμπερδέματα" μόνο ως ευχή ίσχυε. Το
γεγονός όμως ότι και με το ΔΗΠΕΘΕ το θέατρο μπαίνει πια στο επίκεντρο των
συζητήσεων είναι από μόνο του ένα σημαντικό γεγονός που ευχόμαστε να απλωθεί
σ΄ ολόκληρο το έτος.

...και καλά ξεμπερδέματα
Διασκευή: Παναγιώτης Μέντης. Σκηνοθεσία: Θανάσης Θεολόγης. Σκηνικά - Κοστούμια: Κική Πίττα Μουσική επιμέλεια: Θανάσης Ροδίτης Εμφανίζονται οι: Χρήστος Κάλλοου, Κατερίνα Γερολυμάτου, Σπύρος Κωτσόπουλος, Παναγιώτης Λακιώτης. Μαριέτα Σαββανή, Βλάσης Ζώτης, Ηλίας Χριστόπουλος, Βασίλης Κολοβός, Νότα Δαρμανή. Μανόλια Δαρδαβέση.
Για
σχεδόν ένα αιώνα τα κείμενα, πρωτίστως τα θεατρικά, αλλά και τα λογοτεχνικά,
του Άντον Τσέχωφ, έχουν στοιχειώσει τις σκηνές όλου του κόσμου. Το ύφος
"Τσέχωφ" διαπέρασε όλον τον κόσμο του θεάτρου, από τους σκηνοθέτες και
ηθοποιούς, έως τους συγγραφείς και θεατές. Αυτή η μοναδικότητα του ρώσου
συγγραφέα που εκφράσει με τις λεπτότερες πινελιές, την πτώση, την επιθυμία
της αλλαγής, την συντριβή και την ακύρωση ακόμη και στο τέλος του αιώνα,
παραμένει εντυπωσιακά επίκαιρος ιδιαίτερα σε μια ημερολογιακά και
όχι μόνο μεταιχμιακή εποχή όπως η σημερινή. Ο Τσέχωφ ως κορυφαία στιγμή
του θεάτρου του αιώνα μας επόμενο ήταν να αντιμετωπισθεί ποικιλοτρόπως
και σε όλα τα επίπεδα. Ποιος αμφιβάλει ότι ο "Βυσσινόκηπος" και οι "Τρεις
αδελφές" λειτουργούν ως καταλύτης και σημείο καμπής για μια μεγάλη μερίδα
των ανθρώπων του θεάτρου. Ίσως ακριβώς για τους ίδιους λόγους η "τσεχοφική
παράκρουση" να χλευάζεται τόσο από μια άλλη μερίδα δημιουργών και κοινού...
Το έργο του Παναγιώτη Μέντη "... και καλά ξεμπερδέματα" φυσικά και
δεν πιστώνεται στον Τσέχωφ. Ουσιαστικά είναι μια συρραφή διαφόρων διηγημάτων
του Τσέχωφ, τα οποία διασκεύασε ο Μέντης, δημιουργώντας ένα αποτέλεσμα
που ρέπει προς την φαρσοκωμωδία. Τα διηγήματα διασπάστηκαν σε ολιγόλεπτα
σκετς, ανακατεύθηκαν μεταξύ τους προκειμένου να εκκολάψουν ένα τελικό συμπέρασμα
- αποτέλεσμα που δυστυχώς δεν μπορέσαμε να εισπράξουμε. Το σκετς π.χ. "καλά
ξεμπερδέματα" που δανείζει τον τίτλο του και στην παράσταση, αλλά και το
"αλογίσιο όνομα" που για τον Τσέχωφ θα ήταν ένα εύστοχο σχόλιο για την
θρησκόληπτη ατμόσφαιρα της προεπαναστατικής Ρωσίας, παρουσιάστηκε ως ένα
λεκτικό ανέκδοτο, εντελώς κουραστικό για τον σημερινό θεατή και απαξιωμένο
από το κοινωνικό πλαίσιο που το ενέτασσε ο Τσέχωφ. Το "έργο τέχνης" με
τα σεξουαλικού τύπου "χυσίματα" κ.λ.π. καθώς και με τις υποκριτικού χαρακτήρα
αναστολές των ηρώων για το γυμνό γλυπτό σύμπλεγμα, αφυδάτωσαν το τσεχοφικό
πνεύμα.
Κοντολογίς
ο διαμεσολαβημένος Τσέχωφ απείχε παρασάγγες από αυτό που γνωρίζαμε. Η παρουσίαση
μιας αβαθούς επιφάνειας με σκοπό το εύκολο γέλιο πολύ φοβόμαστε ότι ήταν
αυτοσκοπός για τον κ. Μέντη. Από εκεί και πέρα η σκηνοθεσία του κ. Θεολόγη
βρέθηκε να ακολουθεί αυτή τη λογική, χωρίς να υπάρχει και λόγος εξ άλλου
να κάνει κάτι διαφορετικό.
Η μουσική επιμέλεια του Θανάση Ροδίτη ξεστράτιζε από τα επί σκηνής
τεκταινόμενα. Τα νηπενθή θέματα του Νίνο Ρότα που ακούγονταν στις ταινίες
"Amacord" και "Νονός" όχι μόνο δεν είχαν σχέση με τα επί σκηνής δρώμενα
αλλά για ένα κοινό που έχει μια μίνιμουμ σχέση με τον κιν/φο και τη μουσική
είναι κάτι ως "εθνικοί ύμνοι", ένα συναισθηματικό υλικό, ένα σύμβολο μιας
προσωπικής μυθολογίας που δεν μπορεί να κολλήσει σε κάτι άλλο.
Από εκεί και πέρα οι ερμηνείες των ηθοποιών ουσιαστικά διεκπεραίωσαν
ένα επίπεδο κείμενο και τίποτε περισσότερο.
Ο κύκλος με την κιμωλία
Θεατρική διασκευή - σκηνοθεσία: Γιάννης Καλατζόπουλος. Σκηνικά - κοστούμια: Κική Πίττα. Μουσική: Δημήτρης Λέκκας. Χορογραφία: Δέσποινα Λυκομήτρου. Εμφανίζονται οι: Η. Χριστόπουλος, Χ . Κάλοου, Κ. Γερολυμάτου, Μ. Δαρβαρέση, Π. Λακιώτης, Ν. Δαρμανή, Μ. Σαββανή, Σ. Κωστόπουλος και Β. Ζώτης.
Αν
η Κεντρική Σκηνή ξεκίνησε στις 8 Ιανουαρίου, η παιδική είχε πρεμιέρα την
ημέρα των Χριστουγέννων. Κι εδώ είχαμε μια προσαρμογή του αρχικού έργου
για μικρότερες ηλικίες. Οι διαφορές όμως με την "τσεχοφιάδα" είναι πολλές
και σημαντικές και ευτυχώς θετικές. Το σημαντικότερο απ΄ όλα είναι το ότι
δεν προδίδεται το πνεύμα του Μπρεχτ, αυτό που έκανε το έργο αγαπητό μέσα
σε τόσες δεκαετίες και που προφανώς ερέθισε τον διασκευαστή του και σκηνοθέτη
Γιάννη Καλατζόπουλο να το διασκευάσει για παιδιά. Είναι σημαντικό που τα
παιδία είδαν μια τέτοια παράσταση, όντας εθισμένα από άλλες που ανεβάζουν
περιπλανώμενοι "θίασοι" του ενός και των δύο ηθοποιών, προσφέροντας ταυτόχρονα
και μια αφίσα του "Τιτανικού"...
Η διαδικασία συμμετοχής των παιδιών στο επί σκηνής παιχνίδι της παράστασης
καθώς και ο επαγγελματισμός όλων των ηθοποιών που σεβάστηκαν τους μικρούς
θεατές με τις καλές τους ερμηνείες, το κάνουν ιδιαίτερα πετυχημένο. Αν
κρίνουμε και από τις αντιδράσεις των παιδιών, θεωρείται βέβαιο ότι θα γκρινιάξουν
σε περίπτωση που δεν δουν την επόμενη παράσταση της παιδικής σκηνής.
Η
πολυετής επεξεργασία του παιδικού "Κύκλου με την κιμωλία" δεν φάνηκε μόνο
στο κείμενο και την σκηνοθεσία, αλλά και στην θαυμάσια δουλειά του Δημήτρη
Λέκκα που έγραψε ρυθμικά τραγούδια που είτε σχολιάζουν είτε αναπτύσσουν
ακόμη περισσότερο το θέμα. Τα σκηνικά της Κικής Πίττα εικονογράφησαν με
μοντέρνα ματιά το παραμύθι της κιμωλίας, καταλαμβάνοντας ένα μεγάλο μέρος
της σκηνής. Εν κατακλείδι ο "Κύκλος..." πέτυχε απολύτως τον στόχο του που
ήταν η προσέγγιση ενός μεγάλου κοινού που παλαιότερα είτε δεν είχε την
ευκαιρία να δει θεατρικές παραστάσεις είτε ενίοτε διάφοροι τσαρλατάνοι
εξ Αθηνών το κορόιδευαν με γελοίες "παραστάσεις". Και αν έως τώρα δεν πρόλαβαν
όλα τα σχολεία του νομού να περάσουν από το δημοτικό θέατρο, θα πρέπει
οπωσδήποτε η διεύθυνση του ΔΗΠΕΘΕ να μεριμνήσει γι΄ αυτό να επιμηκύνει
τον κύκλο των παραστάσεων.
Υ. Γ. Ο τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να προβάλλονται οι παραστάσεις είναι για το κοινό μια πρόγευση του τι θα δει. Έτσι τα πρόχειρα βίντεο που διαφημίζουν στην τηλεόραση της παραστάσεις μάλλον το αντίθετο επιτυγχάνουν. Τέλος, όσον αφορά στα προγράμματα που συνοδεύουν κάθε έργο πρέπον είναι να αναφέρονται οι πηγές από τις οποίες αντλείται το υλικό που δημοσιεύεται. ¨
Π. Περιστέρης
φωτ. Κώστας Τσιριγκάκης.