To τελευταίο πανηγύρι

Oταν το πρώτο πανηγύρι, το αξέχαστο. 23 Αυγούστου 1961 της ¨Οδήτριας".
Πλαστικά ρολογάκια, νεροπίστολα, καραμούζες, στο επίκεντρο του παιδικού μου ενδιαφέροντος. Ένας πολύχρωμος παράδεισος πανηγυριώτικων παιχνιδιών, η δική μου Ντίσνεϊλαντ, που τίποτα δεν μπορεί να την αντικαταστήσει. Παγωτό κρέμα σοκολάτα ¨ΑΛΜΑ" από τον παγωτατζή με το ποδήλατο, τον Αλέκο, πιπεράτα κουλούρια στην πάγκα του χοντρού και ψητά αρνιά πολλά. Σ΄ εκείνο το πρώτο πανηγύρι, πανηγύρισα με τους νικητές.
Μια παρεξήγηση, συχνό φαινόμενο στα πανηγύρια της περιοχής μου, που εξελίχθηκε σε σύρραξη. Ένα ανθρώπινο κουβάρι, έπαιζε πόλεμο, κάτω από μια μεγάλη ελιά. Ύστερα από χρόνια έμαθα, ότι το έκαναν στ΄ αλήθεια όπως και την αιτία, που προκάλεσε την παρεξήγηση, γυναικοδουλειά, βλέπεται τα πανηγύρια εκείνης της εποχής, ήταν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία, για γνωριμίες. Το πανηγύρί της ¨Οδήτριας", (οδηγήτριας) στο Τεμπλόνι, συγκέντρωνε όλα τα γύρω χωριά της περιοχής, οι συγκρούσεις τις περισσότερες φορές έπαιρναν τοπικό χαρακτήρα και οι πρωταγωνιστές καλοί οι κακοί ήταν οι ήρωες, που υπερασπίστηκαν τα πάτρια εδάφη. Εκείνο το πανηγύρι ίσως να ήταν και το τελευταίο από τα ένδοξα.
Στη δεκαετία του 60 άρχισε η παρακμή που διήρκεσε για μια εικοσαετία, μέχρι να τ΄ ανακαλύψουν οι έμποροι και σήμερα να  έχουμε σε κάθε εκκλησία και από ένα πανηγύρι. Και μικρός να ήμουνα τώρα, δεν θα πήγαινα στα πανηγύρια, ούτε και τα παιγνίδια τα πανηγυριώτικα θα μου άρεσαν, βρίσκω καλύτερα στα σούπερ μάρκετ, ούτε και το αρνί  να τα τρώω με το χέρι. Η προσπάθεια για αναβίωση στα τέλη της δεκαετίας του 70 δεν έφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Οι ανάγκες που τα καθιέρωσαν σήμερα δεν υπάρχουν. Ήταν το πρώτο και το τελευταίο πανηγύρι εκείνο της μεγάλης σύγκρουσης, λίγα σπασμένα κεφάλια,  λίγο αίμα για να φύγει ο θυμός, μια νίκη για το χωριό μου, που είχε τα λιγότερα θύματα, ένα πλαστικό ρολογάκι, μια καραμούζα κόκκινη και πολύ χαρά. Σήμερα μια κακή αναπαράσταση, που δεν εξυπηρετεί τίποτα. Μια ψεύτικη λαϊκή αγορά, με προϊόντα μαϊμούδες. Μια θρησκευτική αφορμή άνευ ουσίας. Το  πανηγύρι του 61, κρατάει κορυφαία θέση στις παιδικές μου μνήμες. Τα πλαστικά παιχνιδάκια, δεν θα ξεφτίσουν ποτέ, πολύτιμα αντικείμενα χαράς που θα με συνοδεύουν μέχρι το τέλος. Το τοπίο εκεί κάτω από τις ψηλές ελιές, με την ασετιλίνη, να φωτίζει, και το πικάπ να δίνει το σύνθημα για τους ατέλειωτους χορούς, ήταν εικόνα ονείρου, που σε ξυπνάει με χαμόγελο. Ακόμα και όταν το πικάπ είχε πέσει θύμα της παρεξήγησης, ακόμα και τότε, η ομορφιά είχε πάρει μια άγρια στάση, αυτήν που της έδινε το γνήσιο και το αυθεντικό.Ύστερα ήρθε η παρακμή. Πολλά πανηγυριώτικά στοιχεία μπήκαν στην ζωή μας, αφαιρώντας από το πανηγύρι όλα εκείνα τα στοιχεία που το έκανε ελκυστικό. Η αφαίρεση έφτασε κάποτε στο μηδέν και έμεινε η νοσταλγία. Η σημερινή ποσότητα, ένα κακόγουστο σκηνικό, μια καρικατούρα, που προσβάλει την μνήμη...
ΚΕΙΜΕΝΟ : Μάκης Αρμένης
 
 
Διαβάστε ακόμα: MIA ANΟΙΞΗ ΜΙΑ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ (τεύχος Ιουνίου)
 
 
 Επιστροφή στο ΕΧΙΤ