
Τον βίο και τις περιπέτειες μιας εξαίρετης
όσο και δυναμικής γυναίκας του περασμένου αιώνα, της Τζέιν Ελίζαμπεθ Ντίγκμπι
- Θεοτόκη, παρουσιάζει στο βιβλίο της «Μια σκανδαλώδης ζωή» (εκδ. Λιβάνη),
η Αγγλίδα συγγραφέας Mary S. Lovell. Το βιβλίο αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον
για τους Κερκυραίους αναγνώστες, αφού η Τζέιν για ένα χρονικό διάστημα
ήταν παντρεμένη με τον κόμη Σπύρο Θεοτόκη και έζησε στο πατρογονικό σπίτι
της οικογένειας, στους Δουκάδες.
Η Τζέιν Ελίζαμπεθ Ντίγκμπι γεννήθηκε στις
3 Απριλίου του 1807, στο Φόρστον Χάουζ, στο Ντόρσετ της Αγγλίας. Σε νεαρή
ηλικία παντρεύτηκε τον λόρδο Ελένμπορο και πριν συμπληρώσει τα είκοσι ένα
της, η σχέση της με ένα Αυστριακό πρίγκιπα την ενέπλεξε σε μια από τις
πιο σκανδαλώδεις υποθέσεις διαζυγίου του 19ου αιώνα. Στη συνέχεια και για
είκοσι περίπου χρόνια επρόκειτο να έχει ένα πλήθος ερωτικών δεσμών με μέλη
της ευρωπαϊκής αριστοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων, ενός γερμανού βαρόνου,
του Σπύρου Θεοτόκη, του οπλαρχηγού Χριστόδουλου Χατζηπέτρου και τέλος του
Αραβα σεΐχη Μεντζουέλ ελ Μεζράμπ. Η εντυπωσιακή αυτή «βασίλισσα της ερήμου»,
( ο Μπαλζάκ την είχε παρομοιάσει ως «ανεμοστρόβιλο στην έρημο»), πέθανε
το 1881 σε ηλικία εβδομηντατεσσάρων ετών στη Δαμασκό.
Με την μυθιστορηματική προσωπικότητα της Τζέιν
ασχολήθηκε για πρώτη φορά το 1935 η Ε.Μ. Όντι και στη συνέχεια η Λέσλι
Μπλάνς και η Μάργκαρετ Σμιντ. Η Lovell όμως είναι η πρώτη που είχε πρόσβαση
στα ημερολόγια και την αλληλογραφία της και αυτό φωτίζει πολύ περισσότερο
την προσωπικότητα της βιογραφούμενης.
Η Τζέιν γνώρισε τον «ζωηρό Έλληνα κόμη, Σπυρίδωνα
Θεοτόκη», σε ένα χορό στο Μόναχο. Ο 24χρονος τότε Θεοτόκης («γιος μιας
οικογένειας Κερκυραίων ευγενών που δεν είχε εισοδήματα που να μαρτυρούν
την ύπαρξη κάποιας πατρικής περιουσίας στην Κέρκυρα, εμφανίστηκε στην Αυλή
του Λουδοβίκου, σε ένα χορό μεταμφιεσμένων, φορώντας την εθνική του φορεσιά...
»), γοήτευσε την Τζέιν και ύστερα από πολλές
περιπέτειες,
στην οποία συγκαταλέγεται και μια μονομαχία με τον άντρα της Τσάρλς, την
παντρεύτηκε στη Μασσαλία, αφού προηγουμένως απέκτησαν και ένα γιο που τον
ονόμασαν Λεωνίδα.
Την Ανοιξη του 1841 το ζεύγος Θεοτόκη μετακομίζει
στην Ελλάδα. Πριν εγκατασταθούν στην Κέρκυρα περνούν από την Τήνο όπου
και επισκέπτονται τον κυβερνήτη του νησιού, πατέρα του Σπύρου.
Στις αρχές της άνοιξης του 1842, όπως σημειώνει
η Lovell, η Τζέιν και ο Σπύρος εγκαθίστανται στα κτήματα της οικογένειας
Θεοτόκη στους Δουκάδες. Για την Τζέιν ήταν ένας τόπος μαγευτικός, με οργιαστική
βλάστηση. Η ίδια έφτιαξε ένα θαυμάσιο κήπο με ανθισμένες βεράντες και πρασινάδες,
γεμάτο τριανταφυλλιές και πρασιές σύμφωνα με τα αγγλικά πρότυπα, που τις
αγαπούσε, κυρίως, γιατί της θύμιζαν τα ευτυχισμένα παιδικά της χρόνια.
Διακόσμησε επίσης το σπίτι με εξαιρετικά λεπτές μεταξωτές ταπετσαρίες,
τεράστιους καθρέφτες και με επίχρυση επίπλωση που είχε φέρει απ΄ το Παρίσι.
Τέλος, δημιούργησε μια υπέροχη βιβλιοθήκη, αρκετοί τόμοι της οποίας σήμερα
βρίσκονται στην κατοχή της κ. Λούλου Θεοτόκη.
Η Ε. Μ. Όντι, που επισκέφθηκε στη δεκαετία
του ΄20 την οικία Θεοτόκη, όταν πολλοί ηλικιωμένοι κάτοικοι τους θυμούνταν
ακόμη, έγραψε για ην Τζέιν και το Σπύρο:
«Ήταν κοινωνικοί και έδιναν πολλές δεξιώσεις...
Και οι δύο αγαπούσαν τα άλογα. Έκαναν ιππασία μαζί σε όλο το νησί, εξερευνώντας
το, Μερικές φορές κυκλοφορούσαν με ειδικά διακοσμημένο αμάξι. Ο Σπύρος,
υπέροχος με τη φουστανέλα του, καθισμένος στη θέση δίπλα στον αμαξά με
τη σημαία στο χέρι, τραβούσε την προσοχή. Είχαν υιοθετήσει στη ζωή τους
μεγαλοπρεπείς τρόπους του 18ου αιώνα. Σώζεται ακόμη ένα τραπέζι με μαρμάρινη
επιφάνεια. Πάνω τις υπάρχει ένα βαθύ ράγισμα, ενθύμιο από μια εύθυμη φιλική
συγκέντρωση όπου οι καλεσμένοι δεν έσπαγαν μόνο τα ποτήρια από τα οποία
έπιναν κάνοντας αμέτρητες προπόσεις , αλλά έκαναν κομμάτια ολόκληρο το
σερβίτσιο...
Το 1843 το ζεύγος φθάνει στην Αθήνα, όπου
ο Σπύρος θα υπηρετούσε στην αυλή του Όθωνα. Η Τζέιν προσλαμβάνει τον αρχιτέκτονα
Κλεάνθη και χτίζει ένα εξαίσιο μέγαρο στην οδό Σωκράτους. Το 1846 η Τζέιν
απογοητευμένη από τις απιστίες του, χωρίζει τον Σπύρο και εγκαταλείπει
τον Σπύρο με την εντολή να τα μαζέψει και να φύγει από το σπίτι τους. Στο
τέλος της Ανοιξης επιστρέφει στους Δουκάδες και τον Ιούλιο του ίδιου έτους
φεύγει με τον μικρό Λεωνίδα για την Ιταλία προκειμένου να συναντήσει τη
μητέρα της. Λίγο αργότερα ο εξάχρονος Λεωνίδας σκοτώνεται σε ατύχημα.
Το σπίτι στους Δουκάδες ήταν ιδιοκτησία του
Θεοτόκη, παρόλο που εκείνη είχε ξοδέψει μεγάλα ποσά για την ανακαίνισή
του. Ο Σπύρος θεωρούσε ότι είχε ορισμένα δικαιώματα στο σπίτι της Αθήνας,
αλλά η Τζέιν, ακολουθώντας την συμβουλή ενός φίλου της βαρόνου, το πούλησε.
Επισκέφθηκε την Κέρκυρα αρκετές φορές στο
διάστημα της περιπλάνησής της, αλλά ποτέ δεν έμεινε παραπάνω από λίγες
ημέρες κάθε φορά. Τελικά, συμφώνησε να πάρει ο Σπύρος τα πάντα στους Δουκάδες,
μαζί με όλα τα ασημικά και τα κρύσταλλα, και ένα χρηματικό ποσό. Αυτό ήταν
το τίμημα της ελευθερία της και είχε φθάσει στο σημείο να ζητά να απαλλαγεί
από τον άντρα που για χάρη του είχε εγκαταλείψει κάποτε το σπίτι της. Από
εκείνη την περίοδο και ύστερα αρχίζει ένα νέο μεγάλο κεφάλαιο για την Τζέιν,
ο Σπύρος πήγε στην Ιταλία άλλαξε πολλές ερωμένες, παντρεύτηκε δύο ακόμη
φορές και πέθανε σχετικά νέος στη Ρωσία όπου είχε τοποθετηθεί πρόξενος.