Από τις πέντε το απόγευμα μέχρι τη μια μετά τα μεσάνυχτα, επί τέσσερις
μέρες η Αθήνα έζησε αυτό που στις χώρες της Βόρειας Ευρώπης -ας μην πούμε
για την Αγγλία- είναι υπόθεση ρουτίνας. Ντόπια και ευρωπαϊκά ή Αμερικάνικα
γκρουπ έδωσαν το στίγμα των 90΄s, από πανκ και κλασικό ροκ μέχρι ψυχεδέλεια,
χιπ χοπ, Brit pop, και Μπρίστολ. Το ημερολόγιο που ακολουθεί συνοψίζει
την προσωπική μας άποψη και θέλουμε να πιστεύουμε την ουσία του φεστιβάλ.
Η λιγότερο ενδιαφέρουσα μέρα, που κάλυψε εν τούτοις ένα μεγάλο φάσμα
της ντόπιας σκηνής και ανέδειξε σε όλη του την μεγαλοπρέπεια το επίπεδο
του "σκληρού" έλληνα ροκ φαν. Τα παιδάκια που ήρθαν να αποθεώσουν τα Υπόγεια
Ρεύματα και τους Πυξ Λαξ αποδοκίμασαν με μπουκάλια και σφυρίγματα μια ethnic
τραγουδίστρια από το Βέλγιο, τη Natasha Atlas,
θυμίζοντας πόσο πίσω εξακολουθεί να βρίσκεται το εγχώριο ακροατήριο -στα
ίδια επίπεδα του κόσμου που το 1985 γιαούρτωσε τους Culture Club και το
Boy George όταν "τόλμησαν" να εμφανιστούν στο ίδιο φεστιβάλ με τους Clash
και τους Cure. Φίλος είδε τη Natasha να κλαίει απαρηγόρητη στα παρασκήνια
μετά τη λήξη του set. Που να φανταζόταν η καημένη ότι μετά τις συνεργασίες
της με τον Peter Gabriel, τους Transglobal Underground και τους Love and
Rockets και συμμετοχή της στα μεγαλύτερα φεστιβάλ του κόσμου, όπως Reading,
Glastonbury και Phoenix, ο Πειραιάς θα την έβγαζε άχρηστη!
Για την ιστορία εμφανίστηκαν κατά σειρά: Βάλια Κάλντα, Πέτρος θεοτοκάτος,
Γιώργος Δημητριάδης και οι Μικροί Ήρωες, Θεοδοσία Τσάτσου (τραγουδίστρια
των Μπλε), Υπόγεια Ρεύματα, Natacha Atlas, Πυξ Λαξ (headliners).
Ελληνιστάν: Μέτριο ελληνικό σχήμα,
γρήγορο χαρντ ροκ, πανκ με ελληνικό στίχο, τίποτα ιδιαίτερο στις συνθέσεις
εκτός από ένα φανκ που αμυδρά θύμιζε Rage Against the Machine λόγω κυρίως
του καλού μπασίστα. Έπαιξαν 25 λεπτά.
Ενδελέχεια: Άλλη μισή ώρα με ελληνόφωνο
ροκ από ένα επίσης μέτριο κουιντέτο που έπαιξε αργό βαρύ πανκ με μικρές
αναφορές στους Τρύπες. Οι πιο ευμνημόνευτες στιγμές: μια ακουστική μπαλάντα
και ο συνθηματικός στίχος του στυλ "μην κοιμάστε, μην κοιμάστε, τη δική
μας τη φωνή να τη φοβάστε".
Cornershop: Το τεράστιο σιτάρ στο
κέντρο της σκηνής προσδέθηκε για ένα συναρπαστικό τριπ, αλλά τα 55 λεπτά
των Cornershop μας διέψευσαν. Κακός ήχος (λόγω μέθης δεν έγινε soundcheck,
μάθαμε), χλιαρό ξεκίνημα με τα δύο χιτάκια καπάκι ("Norwegian Wood" και
"Brimful of Asha" παιγμένα όπως στο δίσκο αλλά χωρίς τη σπιρτάδα που απαιτεί
η συναυλία) και ψυχεδελική ή tribal συνέχεια. Όταν ο ήχος αποφασίζει να
γίνει τέλειος, το γκρουπ αποφασίζει με την σειρά του να την κοπανίσει.
Moby: Ο πρώτος που τραβάει το ενδιαφέρον
του κόσμου: Χτυπάει με πάθος τα ηλεκτρονικά του τύμπανα, ενώ μια μπάντα
που αποτελείται από extra τύμπανα, κρουστά και κιθάρες παίζει δαιμονισμένα
ρυθμικά. Samples και Firestarter των Prodigy, techno διασκευή του ¨T΄hats
when i reach for my revolver" των Mission of Burma, μια ώρα που περνάει
με το Moby να τρέχει να χοροπηδάει και να ουρλιάζει πάνω στη σκηνή. Εν
τούτοις όσοι την τον είδαν και πρόπερσι θα παρατήρησαν ότι το show του
δεν είχε τίποτα καινούριο.
Τρύπες: Το "Τραίνο" κόβεται τρεις
φορές από ρεύμα κι αφού οι Τρύπες παίζουν ένα συνηθισμένο, συμβατικό σόου
με τα δικά τους στάνταρ για να κεντρίσουν το ενδιαφέρον μόνο μετά από μισή
ώρα με τα "Τι κρίμα" και "Ταξιδιάρα ψυχή". Το πρώτο γκρουπ μέχρι στιγμής
που έχει κάνει encore("Θάναι ωραία στον Παράδεισο").
Nick Cave and the Bad Seeds: Δέκατη
τέταρτη φορά του Cave στην Ελλάδα και αποδεικνύεται ότι οι περισσότεροι
ήρθαν στο φεστιβάλ γι΄ αυτόν. Επί μιάμιση ώρα ο Nick και οι Κακοί Σπόροι
παίζουν ένα δαιμονισμένο ηλεκτρικό σετ με τραγούδια που πιάνουν ένα μεγάλο
εύρος της δισκογραφίας του, από το "From here to eternity" μέχρι τα χαμηλότονα
του "Into my arms". Μετά τον πανζουρλισμό που ακολούθησε και δύο επιβεβλημένα
encore, συγκινημένος ο Cave δήλωσε ότι ήταν η πιο συγκλονιστική στιγμή
που ένιωσε ποτέ στην Ελλάδα.
Ψόφιοι Κοριοί: Φοιτητές από την
Ξάνθη, ένα χλιαρό σύνολο με ήχο ημιβαρή, όλα τα τραγούδια έμοιαζαν μεταξύ
τους, παλιομοδίτικο ροκ άλλων δεκαετιών.
Active Member: Μισή ώρα με αργό
ελληνόφωνο χιπ - χοπ, σύγχρονη άποψη και στίχος προβληματισμένος, ό,τι
έπρεπε για να προωθηθεί το νέο τους άλμπουμ -καλό, ακούστε το- "Μύθοι του
Βάλτου". Πάντως ένας d.j και δύο ράπερς δεν είναι το κατάλληλο θέαμα για
ένα φεστιβάλ.
Κ. Βήτα: Πότε ambient, πότε πανομοιότυποι
ρυθμοί με τους Stereo Nova, ο Κ. Βήτα έγραφε στίχους για τους τελευταίους,
τώρα χώρισε τα χωράφια του αλλά δεν απομακρύνεται πολύ. Οι Asian Dub Foundation
ενθουσιάστηκαν και παρότρυναν τον κόσμο να στηρίζει την ελληνική σκηνή
γιατί όπως είπαν "είναι το ίδιο καλή με έξω".
Asian Dub Foundation: Λονδρέζικο
χιπ -χοπ με επιρροές από σύνολα όπως οι R. A. Τhe Machine, πολύ διάθεση
για χορό, ολόφρεσκος ήχος, προώθηση του νέου single "Black - White".
Spritualized: Δύο κιθάρες, πλήκτρα,
μπάσο, σαξόφωνο, κρουστά. Ογκώδης ηλεκτρικός ψυχεδελικός ήχος με κορυφαίες
στιγμές τα "Εlectricity", "Come together" και "Lord can you hear me" (από
την εποχή των Spacemen Three. Για τον μη φαν το σετ ήταν λίγο κουραστικό
γιατί όλα τα υπόλοιπα έμοιαζαν μεταξύ τους.
J. Smith and Portishead: Η κορυφαία
στιγμή του φεστιβάλ. Το απόλυτο παρόν της ποπ με τονισμένο μπιτ και κιθάρα
για τις ανάγκες του live, που έδιναν άλλη διάσταση στην αργή ατμοσφαιρική
μουσική των Μπριστολέζων. (Ας μη μιλήσουμε για το εξαίρετο light
show, τα φιλμάκια και το μοναδικό στυλ).
Closer: Έλληνες. Πέντε άτομα (+
βιολί) που ξεκίνησαν φέρνοντας στη μνήμη το κοφτό brit new wave/punk αλλά
στη συνέχεια στράφηκαν σε πιο παλιές φόρμες, παιγμένη με σύγχρονο βλέμμα.
Καλή ρυθμική βάση, που βοηθούσε την οργισμένη φωνή. Από τις καλές παρουσίες
ελληνικού γκρουπ.
Bocomolech: Τους έλειπαν οι πρόβες.
Ο τραγουδιστής σπουδάζει στο Λονδίνο και ήρθε για τη συναυλία, κάποιοι
ετοιμάζονται για φαντάροι, οι κοπέλες μόνο σταθερές. Παρόλα αυτά στον κόσμο
άρεσαν και σ΄ αυτό βοήθησε ο πολυδιαφημισμένος δίσκος τους στη Hitch -
Hyke με τον Albini στην κονσόλα.
Puressence: Η περίεργα φάλτσα φωνή
του τραγουδιστή συνοδεύει μια όχι και τόσο χαρούμενη κιθαριστική ποπ, brit
βεβαίως, με ασυνήθιστα πολλούς φαν στην Ελλάδα. Σε μια στιγμή ο τύπος παίρνει
μια πόκετ, λέει "say cheese" στο ακροατήριο και το φωτογραφίζει. Για να
πείσει τους συγγενείς τους στην πατρίδα ότι έπαιξε σε τόσες χιλιάδες κόσμο,
προφανώς.
Ξύλινα Σπαθιά: Το πιο δημοφιλές
ελληνικό ροκ γκρουπ στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή. Έντονα ρυθμικοί, χωρίς
να ξεφεύγουν και από την παραδοσιακή νοοτροπία του ελληνικού γκρουπ. Μάλλον
η πιο καλή εγχώρια παρουσία στο φεστιβάλ.
Sonic Youth: Ανέλπιστα καλοί. Κι
ενώ ξεκινούν με το ευμνημόνευτο νέο τους σινγκλ "Sunday", αμέσως μετά φαίνεται
η διάθεσή τους να μην αρκεστούν στο "τραγούδι" αλλά στην παρουσίαση
ενός κόσμου που λατρεύει την αυτονομία του ασυνήθιστου, του μη συμβατικού,
του αντιεμπορικού. Ψυχεδελίζοντες ενίοτε και με αρκετά μακροσκελή θέματα
που ακροβατούσαν ανάμεσα στο πρόχειρα αυτοσχεδιαστικό και στο εσκεμμένα
εναλλακτικό.
Pulp: Σκέτη απόλαυση. "Αν αυτή
είναι η τελευταία σας ευκαιρία να κάνετε πάρτι, αυτό το πάρτι πρέπει να
΄ναι hard", λέει ο Jarvis Cocker και ορίζει κλείνοντας το φεστιβάλ την
ουσία της απόλυτα προσωπικής του pop. Εξίσου ξέφρενη (Party Hard) όσο χαμηλότονη
και μελαγχολική (She΄s Dead, Help the Aged). Mιάμιση ώρα (με δύο encore)
μέσα στην οποία αναγνώριζες -αν μη τι άλλο- την τεράστια δύναμη που ασκεί
στις μάζες το ποπ τραγούδι.
Τα λέμε του χρόνου. Αν μπορείτε πηγαίνετε και σεις. Πενήντα χιλιάδες
σκονισμένοι κάφροι δεν μπορεί να κάνουν λάθος.
Πίσω στο μενού της Μουσικής | Επιστροφή στο ΕΧΙΤ |