
Απορίες.
Οι πρόσφατες κινητοποιήσεις των μαθητών με αφορμή το νόμο Αρσένη, κατάδειξαν
την αηδία τους στο εκπαιδευτικό σύστημα που για δεκαετίες πολλές ταλαιπωρεί
όσους είχαν την ατυχία να το υποστούν. Η απορία όμως δεν έχει να κάνει
με το ύφος, το ήθος και τις προοπτικές αυτού του κινήματος. Έχει να κάνει
με όλους εκείνους που έτυχε να είναι μαθητές στα χρόνια της δεκαετίας του
΄80, χρόνια που ως γνωστόν σφυρηλατούνταν στον τόπο μας ο τριτοδρομικός
σοσιαλισμός. Στα σχολειά της Κέρκυρας αλλά και όλης της Ελλάδας, για όσους
το ενθυμούνται το ποσοστό των μαθητών που συμμετείχαν σε κάποια από τις
κομματικές νεολαίες (ΚΝΕ, Ρήγας, ΠΑΜΚ, κ.λ.π.), αρκετές φορές ξεπερνούσε
το 50% του συνόλου ενός σχολείου. Παρόλα αυτά όμως και παρά τις εκπαιδευτικές
τερατωδίες διαφόρων υπουργών Παιδείας κυριολεκτικά δεν κουνιόνταν φύλλο.
Όχι μόνο μια 24ωρη κατάληψη αλλά ούτε μια τρίωρη βόλτα στην πλατεία δεν
έπαιρναν την πρωτοβουλία οι μαθητές να συζητήσουν με τους καθηγητές τους.
Παρόλα αυτά όμως οι ίδιοι αποβλακωμένοι και εξουδετερωμένοι μαθητές αποφάσιζαν
στο πλαίσιο του αγώνα ενάντια στους αμερικάνικους και ρώσικους πυραύλους,
να ...αποπυρηνικοποιήσουν την αυλή των σχολείων τους (τα Τεχνικά Λύκεια
π.χ. έχουν αποπυρηνοποιηθεί τόσες φορές που και βόμβα δέκα μεγατόνων να
σκάσει δεν θα πάθει τίποτε ούτε ένα χαλίκι), ή να σφαχτούν κυριολεκτικά
για το σε ποιόν τοίχο, ποιος, θα γράψει το δικό του "ζήτω".
Οι γελοιότητες αυτές, μίγμα παβλοφικού συνδρόμου και Μαρξιστικής (εκ
των αδελφών Μαρξ) πλάκας, κατάφεραν να οδηγήσουν ολόκληρη γενιά σε βυζαντινισμούς
ανάλογους μ΄ αυτούς που είχαν να κάνουν με το φύλλο των αγγέλων. Τελικά
τι έμεινε από όλα αυτά; Μερικά ταγάρια, η μπόχα της λαϊκής ταβέρνας, το
"αρμενίζαμε στα πέλαγα...." του Καλατζή και η πικρή αίσθηση της γελοιότητας.
Ευτυχώς όμως οι νέοι, οι σημερινοί μαθητές έχουν για τα καλά απομακρυνθεί
από αυτή την Αρκαδία της βλακείας. Και καλά κάνουν.
Έργα
μεγάλης κλίμακας που πρόκειται να αλλάξουν το πρόσωπο της παλιάς πόλης
έτσι όπως αυτό διαμορφώθηκε τους αιώνες από την δημιουργία του έως σήμερα,
ξεκινησαν τούτες τις μέρες. Η Προγραμματική Σύμβαση για το Ιστορικό Κέντρο
κάνει αρχή από τις περιοχές Αγίου Σπυρίδωνος και κατόπιν στην περιοχή της
εβραϊκής Συναγωγής. Σίγουρα τα έργα αυτά θα λειτουργήσουν ως πιλότος τόσο
ως προς τους χρόνους μέσα στους οποίους θα ολοκληρωθούν όσο και για το
τι είδους παρεμβάσεις θα είναι αυτές και κατά πόσο διασώζουν και αναδεικνύουν
την ιστορική μνήμη αυτής της πόλης. Επειδή όμως το θέμα που ανοίγεται είναι
τεράστιο και πλήθος ερωτηματικών εξακολουθούν να αιωρούνται, στο επόμενο
τεύχος θα ασχοληθούμε με το θέμα εκτενώς.
Η επίσημη ιστορία,
αυτή που διδάσκεται στα σχολεία όλων των βαθμίδων από εγχειρίδια εγκεκριμένα
από επιτροπές και υπουργεία, από τους ανθρώπους δηλαδή που ασκούν εξουσία,
σταματά στις αρχές του 20ου αιώνα και στο "ρωμαλέο" ΟΧΙ του Μεταξά. Από
εκεί και πέρα τα πράγματα αρχίζουν να περιπλέκονται. Οι μνήμες ανθρώπων
που έζησαν τα γεγονότα αυτά είναι νωπές και συχνά βρεγμένες με αίμα. Οι
απόψεις αλληλοσυγκρουόμενες και η βιβλιογραφία τεράστια. Ο πόλεμος, η κατοχή,
ο εμφύλιος και τα μετεμφυλιακά χρόνια, απέκτησαν δύο όψεις, τυπικά μόλις
το 1974. Από αυτή την οδό δεν ξέφυγε και η Κέρκυρα. Οι μόνες αναφορές,
έως και πριν από πέντε χρόνια, για την κατοχή ήταν δύο βιβλία, του Μητροπολίτη
Μεθόδιου Κοντοστάνου και του δημοσιογράφου Κώστα Δαφνή. Ένα τρίτο, που
ουσιαστικά σε πολλά σημεία αμφισβητεί τα λεγόμενα των προηγούμενων είναι
του στελέχους του ΕΑΜ (και πολιτικού πρόσφυγα στη συνέχεια) Βασίλη Άνθη.
Το βιβλίο του Άνθη δίχως υπεκφυγές και αοριστίες ονοματίζει ανθρώπους και
καταστάσεις. Σ΄ αυτή την ισχνή βιβλιογραφία ελάχιστα πράγματα έχουν προστεθεί
από δημοσιεύματα σε διάφορα έντυπα. Να φταίει γι΄ αυτό η διάθεση, τουλάχιστον
αυτών που έζησαν εκείνη την περίοδο, να μην "ξύνουν παλιές πληγές" ή το
γεγονός ότι σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, άλλα πράγματα λέγονται και άλλα
γράφονται για τους γνωστούς κοινωνικούς λόγους; Αν υποθέσουμε ότι ισχύουν
και τα δύο, τότε θα πρέπει να περιμένουμε άλλα πενήντα χρόνια και βάλε.
Τι σόι όμως ιστορία θα γραφτεί όταν οι πηγές και οι μνήμες των ανθρώπων
που η ιστορία πέρασε πάνω απ΄ τα σώματά τους, έχουν για πάντα εξαφανισθεί;
Ο Βασίλης Μπούτος με το βιβλίο του "Η συκοφαντία του αίματος"
άθελά του δημιούργησε όλους αυτούς τους προβληματισμούς. Η κυκλοφορία πριν
από δύο χρόνια του βιβλίου, δημιούργησε ένα σύντομο σε διάρκεια, επεισόδιο.
Με τους μεν να το καταριούνται και τους δε να το αντιμετωπίζουν θετικά.
Σε αυτές τις δύο ομάδες - φορείς ιδεολογιών που συγκρούστηκαν και ενόπλως
παρεισέφρησε και μια τρίτη, αυτή των "κερκυραίων πατριωτών", αυτών που
θεω-ρούν ότι στα αμπέλια της πατρίδας μας δεν μπορεί να μπαίνει κανένας...
Σε κάθε περίπτωση η ομάδα αυτή, είναι φορέας ενός ιδιότυπου ρατσισμού που
δεν έχει καμιά σχέση με την φιλελεύθερη και πλουραλιστική κοινωνία που
ήταν ανά τους αιώνες η Κέρκυρα.
Τις
περισσότερες φορές οι επικριτές του βιβλίου δεν το είχαν καν διαβάσει.
Παρόλα αυτά όμως αυτό δεν τους εμπόδισε να το τυλίξουν με την πύρινη ρομφαία
των λόγων τους. Φυσικά οι προσεκτικοί αναγνώστες πέρα απ΄ αυτά τα πάθη
και τις υπερβολές είδαν στην ¨Συκοφαντία του αίματος" ένα πολυσέλιδο μυθιστόρημα
που πατάει σε ένα τραυματικό για την Κέρκυρα, τον ελληνισμό αλλά και την
ανθρωπότητα, γεγονός. Χωρίς να είναι ένα σπουδαίο βιβλίο ακολουθεί τον
εύκολο δρόμο του μελοδραματισμού και της υπερβολής. Φυσικά κανείς δεν περιμένει
από οποιοδήποτε μυθιστόρημα να είναι ένα ιστορικό μελέτημα μιας εποχής.
Ο συγγραφέας αναζητά πραγματικά γεγονότα τα οποία προσφέρει στον αναγνώστη
μέσα από ένα λογοτεχνικό φίλτρο. Έτσι, ουδείς βρέθηκε να καταγγείλει τον
Κωνσταντίνο Θεοτόκη ότι στο έργο του παρουσιάζει τους κερκυραίους ως σεξομανείς
κανείς δεν κατηγόρησε τον Σπύρο Πλασκοβίτη γιατί χρησιμοποίησε στην "πόλη"
του ως μυθιστορηματικό πρόσωπο πολιτευτή Σαριτσιάνο ή τον Πολύχρόνη Κοντοστά
ή ο Τάκης Αναστόπουλος στο "βιβλίο φάντασμα" διάφορα τοπικά πρόσωπα και
πράγματα. Η βαλίτσα αυτή όντως πάει μακριά και φυσικά όλα κρίνονται πάντα
κατά περίπτωση.
Ο Μπούτος χρησιμοποιεί κι αυτός την ίδια μέθοδο, αναταράσσοντας ένα
κοκτέιλ αληθινών γεγονότων και μυθοπλασίας. Η σύγκρουση υποστηρικτών και
κατακριτών του εστιάστηκε ακριβώς σε αυτό το κομβικό σημείο. Το να επιρρίψει
όμως κανείς ευθύνες σε πρόσωπα είναι ένα θέμα με το οποίο θα ασχοληθεί
ο ιστορικός του μέλλοντος. Οι προσωπικές μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν
τα γεγονότα (Μεθόδιος, Δαφνής, Άνθης) έχουν την δική τους βαρύτητα αλλά
και αυτές θα πρέπει να αξιολογηθούν και να κριθούν.
Μετά τον γνωστό επεισοδιακό τρόπο της ακύρωσης της παρουσίασης του
βιβλίου, αυτό πήρε τον δρόμο του και το θέμα μάλλον ξεχάστηκε. Επανέκαμψε
όμως με μεγαλύτερη ένταση όταν προαναγγέλθηκε μέσω τηλεοπτικών τρέιλερ
η προβολή του ως σίριαλ στην ΕΤ1. Το ζήτημα βέβαια δεν είναι οι αντιδράσεις
όλων όσων πίστευαν ότι με αυτό θίγεται η Κέρκυρα αλλά ο τρόπος με τον οποίο
το μυθιστόρημα μετασχηματίστηκε σε σενάριο από τον κ. Μπούτο. Ο κ. Μπούτος
ως συγγραφέας του βιβλίου όφειλε με κάθε τρόπο να το προστατεύσει και να
αμυνθεί των επιλογών του. Όμως όχι μόνο αυτό έπραξε αλλά έσπευσε να εξαφανίσει
όλα τα ¨αγκάθια" και τα σημεία τριβής. Εξαφάνισε τον χώρο Κέρκυρα, αντικαθιστώντας
τον με έναν ου τόπο, ενώ παρέλειψε ως και ονόματα. Αυτή η υπαναχώρηση του
Μπούτου, συνδυασμένη με το γεγονός ότι ο συγγραφέας δεν υπεραμύνθηκε από
τα τοπικά ΜΜΕ το έργο του, δυστυχώς δημιουργούν μια εικόνα που δεν τον
τιμά, εκτός και αν όλα πια γίνονται στάχτη και μπούρμπερη στο βωμό της
τηλεόρασης (και των ωφελημάτων της...).
Ο Αποστόλης,
ένας
από τους τρεις γιους του Μάκη και της Ελένης Λαχανά, ένας λεπτός λυγερόκορμος
νέος με βλέμμα μελαγχολικό και διάφανο, είχε επισκεφθεί το καλοκαίρι του
΄96 την Κέρκυρα. Τον θυμάμαι, στους ατέλειωτους περιπάτους μας, στο -μυστικό
τότε- Mon Repo, στις μήνες του π. φρουρίου, στο Μαντράκι και στα καντούνια
της πόλης, να παρατηρεί με αδηφάγο περιέργεια, τις γωνίες των κτιρίων,
τους ανθρώπους και τον ουρανό που ένιωθε κάθε μέρα να είναι και διαφορετικός.
Αρκετά
απογεύματα στεκόμασταν απέναντι από το ξενοδοχείο ¨Καβαλιέρι". Περίμενε
με το πέσιμο του ήλιου πότε θα άναβαν τα πρώτα χλωμά φώτα των δωματίων.
Του άρεσε η ιδέα ότι επρόκειτο για μάτια φλεγόμενα. Λάτρης από την
πρώτη δοκιμή, της τσιτσιμπίρας, καθόταν ώρες ατελείωτες στις καρέκλες του
¨Ζήσιμου" και έπλαθε με τα χέρια του μεταλλικά βραχιόλια. Ενώ μπορούσε
να μιλήσει με άποψη για πάρα πολλά πράγματα, για την δουλειά του δεν μιλούσε
σχεδόν ποτέ. Ήταν γι΄ αυτόν μια αυστηρά προσωπική υπόθεση, ένα οδυσσεϊκό
ταξίδι που δεν ήξερε που θα τον βγάλει. Αν και εξαιρετικά εργατικός μπορούσε
να καθίσει με τις ώρες σ΄ ένα παγκάκι της πλατείας λες και ήταν ο βασιλιάς
του χρόνου. Αυτή η παράξενη και τόσο καθημερινή στάση ενός ανθρώπου που
είναι καθισμένος σ΄ ένα παγκάκι με τους αγκώνες του να ακουμπούν στο πρασινοβαμένο
σίδερο και τα χέρια του πλεγμένα πίσω απ΄ το κεφάλι, σχημάτιζαν το είδωλο
ενός παράξενου πουλιού ενός ταρκοφσκικού Stalker που στάθηκε να ξαποστάσει,
πριν συνεχίσει την περιπλάνησή του. Έτσι τον θυμάμαι 11 χρόνια μετά τον
θάνατό του.
Έργα του Αποστόλη Λαχανά παρουσιάζονται στη δημοτική πινακοθήκη
έως τα τέλη Απριλίου.
Ιούλιος
του 1996 το περιοδικό "Πόρφυρας" με την ευκαιρία της συμπλήρωσης εκατό
χρόνων από τον θάνατο του Ιακώβου Πολυλά, πραγματοποίησε ένα φιλολογικό
διήμερο και το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου ένα μεγάλο επιστημονικό συνέδριο.
Οι ανακοινώσεις και από τις δύο εκδηλώσεις κυκλοφόρησαν σ΄ ένα ογκώδες
τεύχος (Ιαν. 1998) του περιοδικού. Αναμφίβολα οι εκδηλώσεις αυτές ήταν
οι σημαντικότερες από την εποχή (1957) που ο Γ. Βαλέτας εξέδωσε για πρώτη
φορά τα άπαντα του Ι. Π.
Αν
σήμερα ο Πολυλάς είναι γνωστός στο αναγνωστικό κοινό, οφείλεται στην έκδοση
των "Απάντων των ευρισκομένων" του δασκάλου και στενού του φίλου Διονυσίου
Σολωμού. Η συμβολή του, στην διάσωση και εκδοτική επιμέλεια των χειρογράφων
του Σ. εκ των πραγμάτων επισκιάζει όλες τις άλλες ιδιότητές του. Το ελάχιστο
συγγραφικό του έργο που ουσιαστικά αποτελείται από τρία διηγήματα, έχει
κι αυτό δικαιωθεί, αφού την τελευταία δεκαετία έχει κυκλοφορήσει από τέσσερις
διαφορετικούς εκδότες. Η παρουσία όμως του Πολυλά δεν σταματούσε εκεί.
Η συμμετοχή του στα κοινά ξεκίνησε σε ηλικία 30 ετών και τερμάτισε πέντε
χρόνια πριν τον θάνατό του (1896). Σ΄ αυτό το διάστημα των 37 ετών ο Π.
αγωνίστηκε τόσο στον δημοσιογραφικό όσο και στον πολιτικό στίβο (εκλέχτηκε
πέντε φορές βουλευτής Κερκύρας). Αρχικά στον αγώνα για την Ένωση της Επτανήσου
και στη συνέχεια τόσο στη βουλή όσο και στα τοπικά πράγματα. Την σκιαγράφηση
του Π. ως δημοσιογράφου και πολιτικού παρουσίασε μόλις το 1988 ο γάλλος
Pierre de Broche des Combes στην 2.048 σελίδων διατριβή του. Δυ-στυχώς
το έργο αυτό γραμμένο στα γαλλικά κυκλοφόρησε σε μερικά φωτοτυπημένα αντίτυπα,
μακριά από το μη επιστημονικό κοινό που θα ήθελε να προσεγγίσει το θέμα.
Να που όμως η περίπτωση Π. φαίνεται ότι συνεχίσει να απασχολεί τους
φιλοπερίεργους κερκυραίους. Η κυκλοφορία από τις εκδόσεις ¨Έψιλον" πριν
από λίγες ημέρες του βιβλίου ¨Ιάκωβος Πολυλάς/ βουλευτής Κερκύρας" των
αδελφών Τηλέμαχου και Γεώργιου Βελιανίτη μας δίνει την ευκαιρία να ανακαλύψουμε
μια ακόμη πτυχή της προσωπικότητας του Π. Οι αδελφοί Βελιανίτη αποδελτιώνοντας
κείμενα του Πολυλά που είχε δημοσιεύσει κατά καιρούς στις διάφορες εφημερίδες
που εξέδιδε αλλά και από τις αγορεύσεις του στη Βουλή προσπαθούν να περιγράψουν
τις θέσεις και τις απόψεις του κερκυραίου πολιτικού τόσο για πανελλήνιας
όσο και για τοπικής εμβέλειας θέματα.
Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα με το οποίο ασχολήθηκε επί μακρόν
ο Π. είναι αυτό της λειτουργίας στην Κέρκυρα ¨λατινικών σχολείων" από τον
καθολικό κλήρο και την ¨Ιησουΐτικη Εταιρεία του Αγίου Βικέντιου της Πάολας"
στόχος των οποίων ήταν ο προσηλυτισμός των ορθοδόξων κερκυραίων. Το θέμα
αυτό που ο σημερινός αναγνώστης ίσως βρει υπερβολικό και κάπως ρατσιστικό,
φυσικά δεν έχει να κάνει με τους κερκυραίους καθολικούς αλλά με τα συμφέροντα
και τις σκοπιμότητες διαφόρων κρατών αλλά και της Αγίας Έδρας.
Ένα δεύτερο θέμα αφορά στο γνωστό επεισόδιο της απαγωγής και της δολοφονίας
από ληστές άγγλων περιηγητών στο Δήλεσι καθώς και σε καταγγελίες περί νοθείας
στις εκλογές που είχαν πραγματοποιηθεί στην επαρχία Ζακύνθου.
Μετά από την παρουσίαση των ομιλιών του Π. με πηγή την ¨εφημερίδα των
συζητήσεων της Βουλής των Ελλήνων", οι συγγραφείς ασχολούνται σε δυσανάλογα
ολιγότερες σελίδες τον δημοσιογράφο Π. όπως αυτός εμφανίζεται με την αρθρογραφία
του στις εφημερίδες ¨Κώδων" και ¨Ρήγας Φεραίος".
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκειμένου να αποκτήσει ο αναγνώστης σφαιρικότερη
αντίληψη τόσο για τα πολιτικά πράγματα της εποχής όσο και για τις επιλογές
του Π., έχουν οι απόψεις του Γ. Ανδρεάδη (1929) που αναδημοσιεύονται εδώ.
Είναι πάντως κρίμα που στο βιβλίο των αδελφών Βελιανίτη δεν συμπεριλήφθησαν
οι απόψεις του Π. για τα τραγικά γεγονότα της ¨συκοφαντίας του αίματος΄΄
που συνέβησαν στην Κέρκυρα το 1891 και συντάραξαν την όχι μόνο την κοινωνία
του νησιού αλλά και απασχόλησαν ολόκληρη την Ευρώπη. Το ότι τα γεγονότα
συνέβησαν όταν πια ο Π. δεν ήταν βουλευτής ίσως να δικαιολογεί αυτή την
απουσία.
Κοντολογίς, το βιβλίο των αδελφών Βελιανίτη, συμβάλει με τον τρόπο
του στην αποκάλυψη της προσωπικότητας του Π., ενός ευπατρίδη που σφράγισε
με τη ζωή και το έργο του το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα στην Κέρκυρα.
Ιδιαίτερα
θετική η πρωτοβουλία του προξένου της Ισπανίας στην Κέρκυρα και καθηγητή
στο Τμήμα Ξένων Γλωσσών Μετάφρασης και Διερμηνείας κ. Μιχάλη Πολίτη να
προωθήσει την Ειδίκευση της Ισπανικής Γλώσσας και Πολιτισμού, που λειτουργεί
ήδη από τον περασμένο Οκτώβριο στο Τ.Ξ.Γ.Μ.Δ. του Ιονίου Πανεπιστημίου.
Πρόσφατα ήρθε στην Κέρκυρα προκειμένου να παραδώσει στο παν/μιο μια σημαντική
συλλογή βιβλίων σχετικών με την ισπανική γλώσσα ο πρέσβης κ. Javier Jimenez
- Ugarte. Όπως μας πληροφόρησε ο κ. Πολίτης, στις επαφές που είχε ο κ.
Ugarte με τον πρόεδρο της Διοικούσας Επιτροπής κ. Δημητριάδη, συζητήθηκε
το ενδεχόμενο ίδρυσης Θερινής Ακαδημίας στο πλαίσιο του Ι. Π. σε συνεργασία
με τα ισπανικά παν/μια.
Σε ερώτησή μας για το την νέα ειδίκευση ο κ. Πολίτης μας επεσήμανε
ότι: "Τα μαθήματα της Ειδίκευσης δεν περιορίζονται στο χώρο της Γλώσσα
της Φιλολογίας και της Διδακτικής, αλλά εκτείνονται σε τομείς όπως η Ιστορία,
η Γεωγραφία, ο Πολιτισμός, η Οικονομία, το Δίκαιο, οι Πολιτικοί Θεσμοί
της Ισπανίας και της Λατινικής Αμερικής. Δηλαδή, αποσκοπούμε να προσφέρουμε
στην αγορά εργασίας όχι μόνο καθηγητές της Ισπανικής Γλώσσας, αλλά και
άτομα που θα είναι σε θέση να απασχοληθούν σε ισπανόφωνο εργασιακό περιβάλλον,
καθώς και σε δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς που έρχονται σε επαφή με τις
ισπανόφωνες χώρες. Τα μαθήματα προσφέρονται στα Ισπανικά, γεγονός που θα
επιτρέψει στους φοιτητές να γνωρίσουν άριστα την Ισπανική.
Για να λειτουργήσει όμως η Ειδίκευση, έτσι όπως την έχουμε οραματιστεί
και σχεδιάσει, θα χρειαστούμε όχι μόνο την αμέριστη συμπαράσταση της Διοικούσας
Επιτροπής αλλά και την ηθική και υλική υποστήριξη του Υπουργείου Παιδείας.
Φιλοδοξούμε η Ειδίκευση να αποτελέσει φυτώριο νέων ισπανόφωνων επιστημόνων.
Θεωρώ όμως υποχρέωσή μου να τονίσω ότι η Ειδίκευση στηρίζεται, προς το
παρόν, σε δύο Ισπανίδες που κατοικούν πλέον μόνιμα στην Κέρκυρα. Την Διδάκτορα
του παν/μιου της Μαδρίτης κ. Alicia Villar - Lecumberi και την κ. Maria
Lourdes Iztueta - Galiandez. Χάρις στις ικανότητές τους, το πείσμα τους
και την αγάπη γι΄ αυτό που κάνουν κατάφεραν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις
για ευόδωση της προσπάθειάς τους. Βεβαίως οφείλω επίσης να τονίσω ότι την
ύπαρξη της Ειδίκευσης την χρωστάμε επίσης και στον πρέσβη της Ισπανίας
κ. Javier Jimenez - Ugarte, ο οποίος δίνει ιδιαίτερη σημασία σ΄ αυτή την
προσπάθεια. Η συγκίνησή του όταν συνομιλούσε στα ισπανικά με τους φοιτητές
της Ειδίκευσης και όταν είδε το πολυπληθές ακροατήριο της αίθουσας τελετών
του Μεγάρου Καποδίστρια να τον χειροκροτεί στο τέλος της ομιλίας του, η
οποία σημειωτέον έγινε σε άψογα ελληνικά, θα μας μείνει αξέχαστη".
Κυκλοφόρησε
την χρονιά που πέρασε και δυστυχώς δεν έτυχε της προβολής που του
έπρεπε. Αναφερόμαστε στον τόμο που συγκεντρώνει τις ανακοινώσεις
του αρχειακού διεθνούς συνεδρίου με τίτλο ¨Κέρκυρα, μια μεσογειακή σύνθεση:
νησιωτισμός, διασυνδέσεις, ανθρώπινα περιβάλλοντα, 16ος - 19ος αιώνας"
που είχε πραγματοποιηθεί τον Μάιο του 1996 στην Κέρκυρα.
Το
βιβλίο την επιμέλεια του οποίου είχε η διευθύντρια του Αρχείου Νομού
Κερκύρας Αλίκη Νικηφόρου και εκδόθηκε από τον Πολιτιστικό Σύλλογο ¨Κόρκυρα",
δίνει την ευκαιρία σε ερευνητές και φιλομαθείς αναγνώστες να πάρουν μια
γεύση από την Κέρκυρα, χωρίς τον φόβο της ¨μπαρουφολογίας" που συχνά πυκνά
τα τελευταία χρόνια καταφέρνει να σκαρφαλώσει στα χωράφια της επιστημοσύνης..
Σύμφωνα με τον διευθυντή του Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνών στο Εθνικό
Ίδρυμα Ερευνών, Σπύρου Ασδραχά, ο οποίος ήταν και ο πρόεδρος της οργανωτικής
επιτροπής του συνεδρίου, ¨Η Κέρκυρα, ως σημείο ιστορικής παρατήρησης έχει
εκφύγει πια από τον τοπικό ορίζοντα για τον απλό λόγο ότι η ιστορικότητά
της και ο θησαυρός των τεκμηρίων της καλούν σε ιστορικές δοκιμές παραδειγματισμού,
καλούν δηλαδή σε ένα ερευνητικό και ιστοριογραφικό στοίχημα."
Το
βιβλίο ακολουθεί το πρόγραμμα με το οποίο παρουσιάστηκαν οι ανακοινώσεις
και διαιρείται σε τέσσερις ενότητες: α. Τοπικές οικονομίες και τύποι
συνοχών, β. Οι τοπικές κοινωνίες και οι ετερότητές τους, γ. ο πόλεμος,
η άμυνα και η πόλη, δ. Από τους ορίζοντες της τοπικής ιστορίας.
Ειδικότερα ο Cesare Marangio αναφέρεται στη σχέση της Κέρκυρας στη
θαλάσσια διακίνηση των αρχαίων χρόνων ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Νότια
Ιταλία. Η Αιμιλία Θεμοπούλου, στις θαλάσσιες διακινήσεις στην ανατολική
Μεσόγειο τον ΙΘ΄ αι.: η περίπτωση της Θεσ/νίκης. Ο Μassimo Costantini,
στην εμπορική πολιτική της Βενετίας έναντι των κτήσεών της στην ανατολική
μεσόγειο. Η Αλίκη Νικηφόρου, στη διακίνηση του εμπορίου στο λιμάνι της
Κ. κατά τον 17ο αιώνα. Ο Salvatore Ciriacono, στην Βενετική οικονομία και
το εμπόριο κατά τους νεότερους χρόνους και ειδικότερα την περίπτωση της
κερκυραϊκής ελαιοπαραγωγής. Ο Γιώργος Προγουλάκης, στην τοκογλυφία και
το εμπόριο του χρήματος στην Κ. στα μέσα του 19ου αι. Ο Ευάγγελος Πρόντζας,
στις πολιτικές επεμβάσεις και τις οικονομικές ιδέες τον 19ο αι. στον ελλαδικό
χώρο καθώς και στην σχέση της Ιονικής τράπεζας με την ελληνική οικονομία.
Ο Alfredo Viggiano, για την δημόσια τάξη και την νομική παιδεία στα Ιόνια
νησιά του 180υ αι. Ο Νίκος Καραπιδάκης, για τις σχέσεις διοικούνται και
διοικούμενου στην βενετοκρατούμενη Κ. Ο Διονύσης Μοσχόπουλος, για
την κρίση της νομιμότητας στο Ιόνιο κράτος. Ο Δημήτρης Τσουγκαράκης, για
την βυζαντινή Κορυφώ. Η Έλλη Γιωτοπούλου - Σισιλιάνου, για τα οχυρωματικά
έργα και τον αστικό πληθυσμό του 16ου αι. Ο Ennio Concina, για τις
πανοραμικές όψεις της Κ. Ο Guido Zucconi, για την αρχιτεκτονική τυπολογία
και τους οικοδομικούς κανονισμούς στην Κ. των αρχών του 19ου αι.
Τέλος στον τόμο δημοσιεύονται και οι παρεμβάσεις συνέδρων στην στρογγυλή
τράπεζα με την οποία ολοκληρώθηκε το συνέδριο.
Μένει να κρατήσουμε μια ακόμη διαπίστωση του κ. Ασδραχά, ότι: ¨Ο κόσμος
μας αποσύρει τα άτομα από την επικοινωνία για να τα οδηγήσει είτε στην
απομόνωση είτε στη μαζικοποίηση. Απομόνωση εξυπηρετούμενη από τους αγωγούς
του σημερινού πολιτισμού, απομόνωση στην οποία οδηγεί ο θόρυβος και η αρρώστια
στις πόλεις, αυτό που λέμε μόλυνση, μαζικοποιήσεις μέσω των ομοιόμορφων
προϊόντων που υποτίθεται πως είναι πολιτισμικά και έχουνε ένα και μόνο
στόχο την αντικατάσταση της κρίσης από τον θόρυβο. Δεν ξέρω αν μ΄ αυτούς
τους όρους είναι δυνατή η δημιουργία ανθρώπων, οι οποίοι θα νιώσουν την
ανάγκη να σταθμίσουν, να κρίνουν, να καταλάβουν την ζωή τους μέσα από την
ιστορία, μέσα από το μεγάλο χρόνο, μέσα από τις ποιότητες του μεγάλου χρόνου,
οι οποίοι θα αιστανθούν την ανάγκη να βρεθούν μεταξύ τους, να κάνουν λέσχες,
να ξαναανακαλύψουν τα παρωχημένα σχήματα επικοινωνίας: γιατί να φοβόμαστε
τη λέξη, να δημιουργήσουν ελίτ που είναι μορφές αντίστασης".
Επιστροφή
στο ΕΧΙΤ